Παράδοση
Κατά την περίοδο της Αποκριάς γίνεται ευθεία αντιπαράθεση της Εκκλησίας προς τον κόσμο, όπως ορίζεται στο κείμενο της Καινής Διαθήκης το σύνολο των αντιτιθεμένων στη διδασκαλία του Χριστού. Οι κοινωνικές εξελίξεις δείχνουν ότι κατ’ έτος ο κόσμος νικά κατά κράτος την Εκκλησία. Την νικά όχι απλά επειδή στρατεύονται μαζί του κατά πολύ πολυπληθέστεροι, αλλά επιπρόσθετα δέχεται ενισχύσεις αυτός και από άλλους, που κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης αλλάζουν, κατά περιόδους, στρατόπεδο αγνοούντες την εντολή «ου δύνασαι δυσίν κυρίοις δουλεύειν».
Παράδοση είναι η λέξη που κυριαρχεί, κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης. Υπέρ αυτής μάχονται οι αντίπαλοι ως ανήκοντες σε εχθρικά στρατεύματα, εννοούντες αυτήν εντελώς διαφορετικά. Οι μεν, οι λίγοι, στοιχίζονται πίσω από τον αρχηγό της πίστης γενεών δύο περίπου χιλιετιών, οι άλλοι καυχώνται ότι καταφέρνουν να διατηρήσουν ζωντανή την παράδοση των προγόνων μας της αρχαιότητας, την οποία επιχείρησε ανεπιτυχώς να εξαλείψει η νέα πίστη.
Διάβασα κάποιον ορισμό της παράδοσης. Σύμφωνα μ’ αυτόν παράδοση είναι η μεταβίβαση – παραχώρηση ενός εθίμου ή ενός ήθους σε κάποιον ή σε κάποιους μεταγενέστερους. Με άλλα λόγια, η μουσική και η τοπική ενδυμασία, όπως και τα εδέσματα ενός τόπου θα μπορούσαν εύκολα να χαρακτηριστούν ως παράδοση του τόπου. Πολύ φθηνός ορισμός στα πλαίσια της ελαφρότητας, που κυριαρχεί στη σύγχρονη κοινωνία. Αν παρατηρήσουμε με προσοχή τους κραυγάζοντες με ιαχές θριάμβου υπέρ της διαφύλαξης της παράδοσης των αρχαίων προγόνων μας, θα παρατηρήσουμε την ακραία επιλεκτικότητα, που τους διακρίνει. Περιορίζονται σε ό,τι αφορά στη λατρεία της Αφροδίτης και του Διονύσου. Τίποτε άλλο δεν μας κληρονόμησαν οι αρχαίοι προγονοί μας; Άλλοι του αρχαίου πανθέου, όπως η Αθηνά, ο Απόλλων και η Άρτεμις, παραμένουν σε άκρα ανυποληψία, για να μην αναφερθούμε σε ημίθεους, που οι πρόγονοί μας ανύψωσαν σε ηθική σφαίρα ανώτερη απ’ εκείνη των θεών. Αναφέρω συγκεκριμένα τον Ηρακλή, που ο Πρόδικος ο Κείος τον παρουσιάζει θαυμάσιο στον μύθο της Αρετής και της Κακίας! Και πόσοι άλλοι ημίθεοι και ήρωες μας προσφέρουν σπουδαία παραδείγματα προς μίμηση, όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο μέγας Βασίλειος στην πραγματεία του προς τους νέους «Όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Αλλά εμείς απαξιώνοντας πλήρως τον μέγα των γραμμάτων, της φιλανθρωπίας και της σθεναρής στάσης έναντι των ισχυρών της εποχής του, θέλουμε να προσθέσουμε στην «παράδοσή» μας και τον γεράκο, σύμβολο του καταναλωτισμού, «λούκουλοι» όντες, κάνοντας εισαγωγή προτύπων.
Μεταξύ των προγόνων μας ανεδείχθη μέγας νομοθέτης ήδη κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα ο Σόλων, εισηγητής της σεισάχθειας, δηλαδή της ανακούφισης των καταπιεζομένων από τους τοκογλύφους οφειλετών. Σήμερα οι τοκογλύφοι της διεθνούς κοινωνίας σε αγαστή συνεργασία με τους ασκούντες την εξουσία κατά χώρα, εφορμούν κατά της πρώτης κατοικίας ανθρώπων, τους οποίους οι ίδιοι εκμαύλισαν να συνάψουν δάνειο και στη συνέχεια κατέστησαν αδύνατη την αποπληρωμή τους μέσω του οικονομικού παιχνιδιού, το οποίο, ενώ το ελέγχουν πλήρως, διατείνονται ότι αποτελεί επιστήμη. Αυτοί είναι επίσημοι και διάσημοι κλέφτες, έχοντες ως πρότυπο τον μικροκλέφτη Ερμή της αρχαιότητας!
Σήμερα στη χώρα μας το ποσοστό εκείνων, που υποφέρουν από ανέχεια να ανταπεξέλθουν στις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης ίσως και να υπερβαίνει το 30%. Και παρά τις υποσχέσεις των δημαγωγών για ανάπτυξη και καλύτερες ημέρες, το μέλλον προδιαγράφεται μάλλον δυσοίωνο. Οι υποφέροντες δεν έχουν διάθεση να διασκεδάσουν. Έτσι από την προσφορά των δημοτικών αρχών επωφελούνται οι έχοντες και αδιαφορούντες για την ανέχεια των συνανθρώπων τους, οι οποίοι, αν δεν διατρέχουν τον κίνδυνο να εξωθούν από την οικία τους, αντιμετωπίζουν την αδυναμία πληρωμής λογαριασμών οργανισμών κοινής ωφέλειας και αναζητούν τρόπους κάλυψης των αναγκών τροφής και θέρμανσης. Ευτυχώς ακόμη είναι ανεκτική η τοπική αυτοδιοίκηση έναντι των υδροδοτουμένων οφειλετών. Δεν αντιλαμβανόμαστε όμως ότι και το νερό, μετά την ενέργεια, εποφθαλμιούν τα «αρπακτικά» της διεθνούς σκηνής. Λησμονήσαμε το του Αισώπου «των οικιών υμών εμπιπραμένων, αυτοί άδετε». Γιατί όχι; «Φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσομεν»!
Ο μέγας Βασίλειος δεν μοίρασε την κοινή περιουσία, για να διασκεδάσουν οι έχοντες. Μοίρασε την προσωπική του, για να ενισχύσει τους απόρους. Είναι όμως αυτό έξω από την αρχαία παράδοση, καθώς σ’ εκείνη μικρή ήταν η ενασχόληση με τη φιλανθρωπία, πέρα από την παράθεση κάποιων γευμάτων. Την παράδοση, την εδραιωμένη στη νέα πίστη, καλλιέργησαν γενεές γενεών της καταφρονεμένης σήμερα αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, που οι άσπονδοι εχθροί της άλλαξαν ακόμη και το όνομα. Τα έργα φιλανθρωπίας υπήρξαν θαυμάσια. Ορφανοτροφεία, ξενώνες, νοσοκομεία λάμπρυναν την κοινωνία ανθρώπων, που βέβαια δεν απέφυγαν τις ανθρώπινες μικρότητες και αδυναμίες, στις οποίες και μόνο ρίχνουν άπλετο φως οι εχθροί της νέας παράδοσης.
Όταν, λόγω των κριμάτων αρχόντων και λαού, η Ρωμανία επάρθεν, η παράδοση εκείνη διέσωσε το δούλο γένος, ώστε να μας ελευθερώσουν νεότεροι πρόγονοί μας, για να είμαστε ελεύθεροι να ασχημονούμε κατά των ιερών και των οσίων. Εφέτος η μικρή Αποκριά, κατά την οποία γίνεται «θριαμβευτική» υποδοχή του βασιλιά μιας εβδομάδας καρνάβαλου, συνέπεσε με την εορτή της νεομάρτυρος αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας. Γνωρίζουμε ότι διέθεσε τη μεγάλη πατρική και συζυγική της περιουσία, ανακουφίζοντας χιλιάδες φτωχούς της Αττικής και άλλων περιοχών; Ότι το μοναστήρι δεν ήταν μόνο τόπος προσευχής και ασκήσεως, αλλά και συγκρότημα κοινωνικής ευποιίας; Διέθετε δωρεάν σχολείο νεανίδων, νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, εργαστήρια εκμάθησης τεχνών, ξενοδοχείο για τη διαμονή των ξένων! Εκεί έβρισκαν φροντίδα πλήθος ανθρώπων, Ελλήνων και Τούρκων, ιδίως κακοποιημένων μουσουλμανίδων. Η αγία Φιλοθέη πρόσφερε μεγάλα ποσά, για να απελευθερώσει Έλληνες αιχμαλώτους και να εξαγοράσει Ελληνίδες αρπαγμένες για τα χαρέμια.
Ο Νεοέλληνας είναι ελεύθερος να επιλέξει ανάμεσα στην υποδοχή του καρνάβαλου ή το προσκύνημα στο σκήνωμα της αγίας Φιλοθέης, που μαρτύρησε με άγριο ξυλοδαρμό. Ας μη υποκρίνεται όμως ο επιλέγων το πρώτο ότι καλλιεργεί την παράδοση. Πάντως ο άλλος, που επιχειρεί να «συμφιλιώσει» τις παραδόσεις, είναι τραγικότερος. Φίλιωση πνεύματος και σάρκας, που επιχείρησε ο τραγικός Καζαντζάκης, είναι αδύνατη.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»