Πόλεμος.
ΕΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΑ ΓΡΕΒΕΝΑ
Μια επιστολή στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ τον Ιανουάριο του 1941.
Πόλεμος.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΘΝΟΣ – ΣΑΒΒΑΤΟ 18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1941.
Αρ. φύλλου 9.427.
Του καθηγητού Πανεπιστήμιου
ΓΡΗΓ. Π. ΚΑΣΙΜΑΤΗ
ΓΡΕΒΕΝΑ – Ιανουάριος – 1941
Οι αντιθέσεις οι πιο έντονες δείχνουν το βαθύτερο νόημα της ζωής. Χωρίς αυτές , ούτε ή πρόοδος μα ούτε και ή ζωή είναι δυνατή. Ευτυχισμένος εκείνος που μπορεί να τις βλέπει και να τις εκτιμά.
‘Αρκεί να κάνης ένα βήμα μέσα ατά Γρεβενά για να νοιώσεις τη μεγάλη αντίθεση που δίνει τα δυνατά φτερά στον Ελληνισμό, την ίδια αντίθεση που με χίλιες όψεις , αν καλοπροσέξεις, θα την βρεις παντού. Τα Γρεβενά είναι λασπούπολις. Έχει τριών ειδών λάσπες.
Λάσπες από χιόνια, λάσπες από νερό και λάσπες από λάσπες. Το πόδι σου κολλάει. ίσα στον πηχτόν αυτό πηλό που σε τραβάει σαν να θέλει να σε κράτηση για πάντα δικό του. Μα σηκώνοντας το βλέμμα, βλέπεις να κατεβαίνουν βορειοδυτικά αρμονικές και πολύχρωμα μισοχιονισμένες οι αδρές γραμμές των βουνών του Βοΐου και του Σμόλικα και να σου γεννούν τη νοσταλγία να πας πέρα κι απ τα παλιά μας σύνορα. Νιώθεις τότε να γίνεσαι ελαφρότερος , να ξεχνάς τη λάσπη και την αδυσώπητη έλξη της και να βλέπεις σαν ονειρεμένη Μεγαλόπολη το ήσυχο αυτό και καλοσχεδιασμένο μα ισχνό οικοδομικά κεφαλοχώρι.
Το Γρεβενό θυμίζει με την όψη του και με την αναπνοή του τις πρώτες μέρες του πολέμου.
Από εδώ πέρασε ο στρατός που σταμάτησε τους Ιταλούς στη Σαμαρίνα, εδώ λατρεύεται θαυμαστικά σαν Πάνθεο Πολύθεο ή Ταξιαρχία πού πέρασε από προχειροφτιαγμένο δρόμο για το Δούτσικο και έφραξε το δρόμε για ν’ αρχίση ύστερα το κυνήγημα.
Εδώ έγιναν οι δυο βομβαρδισμοί. Μα κ’ εδώ βλέπεις την ατράνταχτη πίστη όχι μονάχα στη νίκη, όχι μονάχα στο δίκιο τού αγώνος τού Ελληνισμού, μα και στο ψηλό του νόημα, στη σκοπιμότητα τού πολέμου και στη μεγάλη σημασία του για μέλλον της φυλής.
Στην ομιλία μου στα Γρεβενά είπα πώς δεν ήρθα να δώσω ενθουσιασμό και πίστη, μα να δυναμώσω τον δικό μου ενθουσιασμό και τη δίκη μου πίστη στην πραγματική Ακριτική αυτή κολυμβήθρα τού ‘Ελληνισμού.
Και πιστεύω πώς αυτός ήταν ό ωραιότερος και αληθινότερος στοχασμός απ’ όσους έκανα στην περιοδεία μου.
Είναι ωραίο και μεγαλόπρεπο να σου κεντρίζει την ψυχή σε κάθε βήμα ο εθνικός φανατισμός των απλών Ελλήνων, των ανθρώπων των «Μετόπισθεν των πρόσω».
Κ’ εδώ ό φανατισμός είναι πιο σύνθετος. Γιατί Έχει και μία όψη πού στρέφεται προς τα «ένδόν».
Ακούγοντας και ζώντας τις διηγήσεις των πρώτων ήμερών της πάλης και την έντονη και τρομερή προσπάθεια όλου τού πληθυσμού για να φτιάξη δρόμους, να κουβαλήσει πολεμοφόδια, να βοηθήσει σ’ ότι έπρεπε, βλέπει κάνεις την πραγματική διονυσιακή ουσία τού Ελληνισμού.
Ο Έλληνας ο απλός χωριάτης , όπως κι ο μορφωμένος αστός των μικρών κέντρων, είναι ένας καινούργιος Διόνυσος ένας θνητός και γοργός άνθρωπος, που η στιγμή τον κάνει Θεό της περιστάσεως και της φρενίτιδας.
Δεν χάνεται την κρίσιμη για νόημα του πατριωτισμού του, ούτε για την ανάγκη του. Αυτές είναι δουλειές για καλαμαράδες .
Δεν μπορούσε να βρεθεί στην Ελλάδα ένας Κίρκεγκαρντ, διαμαρτυρόμενος γιατί ο «εξωτερικός θόρυβος» των εθνικοτήτων παρασύρει τους συμπατριώτες, τους Δανούς στον πόλεμο και στην ελευθερία και τον στερεί έτσι απ τον υπηρέτη του.
Τέτοιοι Δανοί δεν υπάρχουν σ’ εμάς.
Σε’ εμάς υπάρχουν οι γιοί της Σεμέλης πού ορμούν με την ψυχή τους όλη στο μεγάλο συνέπαρμα της μάχης και ζητούν παντού να συνθέσουν τις αντιθέσεις να ενώσουν τις συγκρούσεις και να αφομοιώσουν σ’ ένα πολισμό, ωραίο και δυνατό, όλα τα ιδανικά, παλιά και καινούρια του αιώνιου ανθρώπου.
ΓΡΗΓ. Π. ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Επιμέλεια κειμένου:
Γαλάτεια Ν. Βασιλοπούλου
το Γένος Αθανασίου Κων/νου Γκούμα.