ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ Η ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΟΥ «ΟΧΙ» ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΕΤΑΞΑ
Χρήστου Δ. Βήττου
Υποστρατήγου ε.α.
Πριν από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 έγιναν δύο επιστρατεύσεις στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία για την επάνδρωση της ελληνοαλβανικής μεθορίου από τις VIII και ΙΧ Μεραρχίες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αιφνιδιαστική διείσδυση των Ιταλών στο ελληνικό έδαφος. Στην προεπιστράτευση του 1940 συμμετείχε και το Απόσπασμα Πίνδου του συνταγματάρχη Κων/νου Δαβάκη. Η πρώτη επιστράτευση έγινε το Σεπτέμβριο του 1939 και η άλλη τον Αύγουστο του 1940. Και στις δύο αυτές επιστρατεύσεις συμμετείχε και το ΙΙΙ Τάγμα του 27 Συντάγματος Πεζικού Κοζάνης, επανδρωμένο με Γρεβενιώτες.
Όπως είναι γνωστό, οι Ιταλοί επιτέθηκαν στην Ήπειρο και την Πίνδο το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, πριν ακόμη λήξει το τελεσίγραφο. Η επιστράτευση του 1940, η οποίαπραγματοποιήθηκε δύο μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου,συνετέλεσε ώστε να αναχαιτισθεί αμέσως ο εχθρός στα σύνορα, γεγονός που έσωσε την Ελλάδα. Σε διαφορετική περίπτωση το «ΟΧΙ» του Μεταξά θα ήταν χωρίς αντίκρισμα. Με δεδομένο ότι το τελεσίγραφο δεν άφηνε καθόλου χρονικό περιθώριο πραγματοποίησης επιστράτευσης των ελληνικών μονάδωνγια ταχεία αντιμετώπιση του εχθρού στην πρώτη γραμμή άμυνας, εφόσον δεν θα υπήρχαν στα σύνορα ετοιμοπόλεμοι ελληνικοί Σχηματισμοίπαρά μόνο τα προβλεπόμενα από τονκαιρό της ειρήνηςφυλάκια της μεθορίου γραμμής,οι Ιταλοί δεν θα συναντούσαν σοβαρή αντίσταση και θα καταλάμβαναν αμέσως την Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία με όλα τα δυσμενή επακόλουθα. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του ηθικού του πληθυσμού, τη μη δυνατότητα επιστράτευσηςτων εφέδρωντων περιοχών αυτών, τηνκατάληψηαπό τον εχθρό των Α΄ και Β΄ γραμμών άμυνας του Ελληνικού Στρατού (Α = ελληνοαλβανικά σύνορα, Β= Χάσια –Αντιχάσια – Όλυμπος) και,αν λάβουμε υπόψη ότι ο ελάχιστος χρόνος επιστράτευσης μιας μονάδας είναι δύο με τρεις ημέρες (ειδοποίησητων προς κατάταξη εφέδρων,παρουσίαση στο χώρο κατάταξης, παραλαβή οπλισμού, ένδυση, ένταξη σε οργανικές υπομονάδες, επίταξη μεταγωγικών και οχημάτων, μετακίνηση προς το μέτωπο κ.λπ.),οι Ιταλοί θα είχαν φθάσει στη Θεσσαλία, τα Ιωάννινα και τη Θεσσαλονίκη, οπότε πούθα γινόταν η άμυνα; Στα υψώματα του Δομοκού;
Δυστυχώς την προεπιστράτευση αυτή, η οποία κατά τη γνώμη μου αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας του «ΟΧΙ», διότι συγκράτησε τους Ιταλούς στα σύνορα και έδωσε τη δυνατότητα να γίνει γενική επιστράτευση στο εσωτερικό της χώρας και προώθηση των μονάδων στο μέτωπο, σχεδόν κανείς από αυτούς που εκφωνούν λόγους για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου δεν την μνημονεύει και όλοι εστιάζουν την προσοχή τους στο «ΟΧΙ» που είπε τα μεσάνυχτα ο Μεταξάς στο σπίτι του στην Κηφισιά, χωρίς να προβληματιστούν πώς θα μπορούσε η άρνηση αυτή να υλοποιηθεί αμέσως και να έχει θετικό αποτέλεσμα για την Ελλάδα. Και η παράλειψη αναφοράς στην προεπιστράτευση ίσως να οφείλεται στην ελλιπή γνώση που έχουν οι περισσότεροι για τα γεγονότα του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Η προεπιστράτευση αυτή φανερώνει ότι ο Μεταξάς είχε προετοιμαστεί από τον Αύγουστο του 1940 να πει το μεγάλο «ΟΧΙ», ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου.Οι δε αριστερίζοντες,οι οποίοιγια ιδεολογικούς λόγους δεν αισθάνονται καλά όταν ακούν το όνομα του Μεταξά, υποστηρίζουν εσκεμμένα ότι το «ΟΧΙ» το είπε ο Λαός. Την απάντηση σ’ αυτή τη μικροπολιτική σκοπιμότητα τη δίνει ο ακαδημαϊκός και πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, εξόριστος επί κυβερνήσεως Μεταξά από το 1937 έως το 1940 στα νησιά Κύθνο και Θάσο και από εκεί στην Κάρυστο, ο οποίος αναφέρει ότι «το ΟΧΙ το είπε ο Ελληνικός Λαός, αφού πρώτα το είπε ο Μεταξάς».
O Πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς με το Βασιλιά Γεώργιο Β΄
Σχετικά με τις δύο επιστρατεύσεις των ετών 1939 και 1940 κρίνεται σκόπιμο να γίνει μια σύντομη ενημέρωση.
Επιστράτευση έτους 1939
Τον Απρίλιο του 1939 ο ιταλικός στρατός κατέλαβε την Αλβανία και δημιουργήθηκε διπλωματική και στρατιωτική ένταση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας.
Το καλοκαίρι του 1939 τα ιταλικά στρατεύματα προωθήθηκαν κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Μεταξύ των Μονάδων που μεταφέρθηκαν εκείήταν και η 3η Μεραρχία Αλπινιστών Τζούλια, η οποία παρέμεινε στην ίδια περιοχή και το έτος 1940, προετοιμάζοντας τα σχέδιά της για την εισβολή στην Πίνδο. Η κυβέρνηση Μεταξά, για να μην αιφνιδιαστεί από ενδεχόμενη ιταλική εισβολή, επιστράτευσε στα τέλη Αυγούστου του 1939 την VIIIη Μεραρχία Ηπείρου και την ΙΧη Μεραρχία Κοζάνης και τις προώθησε στη μεθόριο, για να καταλάβουν τις προβλεπόμενες από τα σχέδια αμυντικές θέσεις. Εκεί οι επιστρατευμένες μονάδες προέβησαν επί 40 ημέρες σε οργάνωση του εδάφους και αναγνωρίσεις, γεγονός που βοήθησε τα στελέχη και τους οπλίτες να έχουν πλήρη ενημέρωση επί των σχεδίων για μελλοντική δράση. Ύστερα από συμφωνία, που επήλθε στα τέλη Σεπτεμβρίου μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, απομακρύνθηκαν από τα σύνορα τα στρατεύματα των δύο χωρών, οπότε οι ανωτέρω Μεραρχίες αποστρατεύτηκαν και οι επίστρατοι επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Πορεία προς το μέτωπο
Επιστράτευση έτους 1940
Και το έτος 1940 οι Ιταλοί δεν έπαψαν να είναι προκλητικοί και να χρησιμοποιούν την Αλβανία σαν προτεκτοράτο, μεταφέροντας σ’ αυτήν δυνάμεις και πολεμικό υλικό. Η κυβέρνηση Μεταξά ήταν ενήμερη για όλες αυτές τις ενέργειες των Ιταλών και παρακολουθούσε την εξέλιξή τους. Για να πετύχει τον καλύτερο συντονισμό στις Μεγάλες Μονάδες που θα αμύνονταν στη Δυτική Μακεδονία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η εχθρική εισβολή και η προέλαση κατά μήκος του άξονα Κορυτσά – Καστοριά – Φλώρινα – Θεσσαλονίκη, εγκατέστησε στην Κοζάνη το Μάιο του 1940 μια ανώτατη στρατιωτική διοίκηση με Επιτελείο που ονομάστηκε Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ). Διοικητής του ΤΣΔΜ ήταν ο αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας και επιτελάρχης ο συνταγματάρχης Πεζικού Σπυρίδων Γεωργούλης. Στο εν λόγω Τμήμα Στρατιάς υπάγονταν τα Β΄ και Γ΄ Σώματα Στρατού,καθώς και το Απόσπασμα Πίνδου.
Μετά τον τορπιλισμό του καταδρομικού «Έλλη» από ιταλικό υποβρύχιο στην Τήνο, στις 15 Αυγούστου 1940, σε συνδυασμό και με τη συγκέντρωση ιταλικών στρατευμάτων στη νότιο Αλβανία, η κυβέρνηση Μεταξά εκτίμησε ότι ο κίνδυνος εχθρικής επίθεσης ήταν επικείμενος και γι’ αυτό μια εβδομάδα αργότερα, στις 23 Αυγούστου, έθεσε σε εφαρμογή το Σχέδιο Προεπιστράτευσης, που προέβλεπε επάνδρωση των αμυντικών τοποθεσιών Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό έπρεπε να επιστρατευθούν στην Ήπειρο η VIII Μεραρχία του υποστρατήγου Χαρ. Κατσιμήτρου, στη Δυτική Μακεδονία η ΙΧ Μεραρχία (Κοζάνης) του υποστρατήγου Χρήστου Ζυγούρη και το Απόσπασμα Πίνδου του συνταγματάρχη Κων/νου Δαβάκη.
Η VIII Μεραρχία εγκαταστάθηκε αμυντικά από το Ιόνιο Πέλαγος μέχρι το όρος Σμόλικας, το Απόσπασμα Δαβάκη από το Σμόλικα μέχρι τη Σκάλα του Γράμμου και οι μονάδες της ΙΧ Μεραρχίας από τη Σκάλα του Γράμμου μέχρι την Ιεροπηγή Καστοριάς.
Εκτός των δύο Μεραρχιών και του Αποσπάσματος Δαβάκη έγινε προεπιστράτευση και στις περισσότερες μονάδες της Ιης Μεραρχίας (έδρα Λάρισα) και μερικές από αυτές είτε προωθήθηκαν προς ενίσχυση των VIII και ΙΧ Μεραρχιών είτε στην β΄ γραμμή άμυνας, για να ασχοληθούν με έργα οχυρώσεως. Τέτοιες μονάδες, που προωθήθηκαν για την οχύρωση της β΄ γραμμής, ήταν μία Διλοχία του Ι/4 Τάγματος και μία Πυροβολαρχία Ορειβατικού Πυροβολικού των 75 χιλ. που μετέβησαν στην περιοχή Ελευθεροχωρίου Γρεβενών (νότια Βενέτικου ποταμού) και μία Ίλη Ιππικού (Ίλη Γεωργιάδη) στην καμπή του Αλιάκμονα ποταμού (περιοχή Καρπερού Γρεβενών).
Επίσης και το Γ΄ Σώμα Στρατού, με διοικητή τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου και έδρα τη Θεσσαλονίκη είχε αναλάβει τη φύλαξη των ελληνοαλβανικών συνόρων από την Ιεροπηγή Καστοριάς μέχρι τη Μεγάλη Πρέσπα, έχοντας εγκατεστημένους εκεί αμυντικά τους ΙΧ, Χ και ΧΙ Συνοριακούς Τομείς με δύναμη τριών περίπου ταγμάτων.Εκτός αυτών είχε επιστρατεύσει περί τα τέλη Αυγούστου τηνIV Ταξιαρχία, με τομέα ευθύνης την περιοχή Φλώρινας.
Χρήστος Δ. Βήττος
Υποστράτηγος ε.α.