Εθναρχούσα Εκκλησία
Είναι εξαιρετικά παρήγορο, στη γενικευμένη παρακμή που βιώνει η σύγχρονη ελληνική κοινωνία, να εμφανίζονται πρόσωπα, τα οποία με σθένος και αποφασιστικότητα ορθώνονται έναντι εκπροσώπων ισχυρών χωρών και απευθύνουν λόγο θαρρετό χωρίς διπλωματικές υπεκφυγές και πολύ περισσότερο χωρίς δουλοπρέπεια, που χαρακτηρίζει, δυστυχώς, τους πολιτικούς μας, υποτιθέμενους προασπιστές των δικαίων του έθνους μας.
Την Κρήτη και συγκεκριμένα την μαρτυρική Κάνδανο είχε προγραμματιστεί να επισκεφθεί ο πρόεδρος της γερμανικής Δημοκρατίας Φρανκ Σταϊνμαϊερ την 31η παρελθόντος Οκτωβρίου.Θα ήταν η πρώτη επίσκεψη Γερμανού προέδρου στη μαρτυρική μεγαλόνησο. Σε σχολιασμό περί του σκοπού της επίσκεψης αυτής ο ιστοχώρος «Νέα Κρήτη», μεταξύ άλλων παρατήρησε ότι τον Γερμανό πρόεδρο δεν θα συνόδευε η πρόεδρος της ελληνικής δημοκρατίας. Καθηγητής Πανεπιστημίου με καταγωγή από την Κάνδανο, ο Παπαδοπετράκης, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη είπε, μεταξύ άλλων: «Αν η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε μια τέτοια επίσκεψη εθιμοτυπικά στην Κάνδανο στον ανώτατο βαθμό από το γερμανικό κράτος, δεν παραβρεθεί για να θέσει το θέμα των γερμανικών οφειλών και επανορθώσεων, τότε, εκτός της κοινωνίας της Κανδάνου που θα το θέσει, η ελληνική Πολιτεία από την πλευρά της θα αποφύγει μια τόσο σημαντική και συμβολική ευκαιρία, τη στιγμή μάλιστα που η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών και επανορθώσεων αποτελεί ομόφωνη και διακομματική απόφαση της Ελληνικής Βουλής;». Και σε άλλο σημείο συμπλήρωσε: «Ποιος, λοιπόν, θα είναι εκείνος που σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή θα μπορέσει να θέσει ευθέως το “καυτό” αυτό ερώτημα; Ο δήμαρχος; Που είναι βέβαιο ότι θα θέσει όσο πιο “κομψά” το ζήτημα και στα πλαίσια της κρητικής φιλοξενίας. Διότι και θεσμικά να το πάρει κανείς, η “χρυσή” αυτή ευκαιρία ανήκει στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας».
Στο εν λόγω δημοσίευμα ετίθετοκαι η ερώτηση περί του σκοπού της επίσκεψης του Γερμανού προέδρου. Θα περιοριζόταν στην βαθειά και ειλικρινή έκφραση συγγνώμης ή θα εξήγγειλε, επί τέλους, την απόφαση της κυβέρνησης της χώρας του να αποκαταστήσει την κατάφωρη αδικία έναντι της χώρας μας, με την επί δεκαετίες, ακόμη και μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, άρνηση καταβολής πολεμικών αποζημιώσεων τόσο για το πλήθος των εκτελέσεων αμάχων, κατά τη γερμανική Κατοχή, όσο και για το πλήθος των καταστροφών, που προκάλεσαν οι Γερμανοί κατακτητές, και ακόμη για το ανεξόφλητο κατοχικό δάνειο. Για την ειλικρίνεια της συγγνώμης δεν έχουμε λόγους να αμφιβάλλουμε, όπως και για εκείνη που εξέφρασε προηγούμενος πρόεδρος της Γερμανίας, ο ΓιόαχιμΓκάουκ, όταν, προ ετών, επισκέφθηκε το μαρτυρικό χωριό Λιγκιάδες των Ιωαννίνων. Η συγγνώμη όμως, έστω και ειλικρινής, δεν είναι αρκετή, ώστε να θεωρηθεί λήξαν το πελώριο και ανοικτό αυτό θέμα, το οποίο επιδεινώθηκε με την αντιανθρώπινη στάση της Γερμανίας, κατά την πρόσφατη οικονομική κρίση στη χώρα μας και την επιβολή των μνημονίων.
Κατά το διάστημα, που μεσολάβησε από τη λήξη του Β΄ μεγάλου πολέμου του 20ου αιώνα, οι κυβερνήσεις μας έδειξαν θαυμαστή άμιλλα στο να αποφύγουν να θίξουν, κατά διμερείς ή άλλες συζητήσεις, το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων. Μάλιστα, ψιθυρίζεται ότι έχουμε αποδεχθεί, χωρίς να τολμήσουν οι υπεύθυνοι να το ομολογήσουν ενώπιον του ελληνικού λαού, ότι με κάποια ψίχουλα, που μας προσέφεραν, αποδεχθήκαμε να θεωρήσουμε το θέμα λήξαν! Αλήθεια ή διάδοση;Κάποτε θα το μάθουμε. Κάποιοι πατριώτες και συγγενείς των αδικαίωτων θυμάτων όλα αυτά τα έτη πάλεψαν να διατηρήσουν το θέμα στην επιφάνεια. Και είδαμε πολλές φορές τους ασκούντες την εξουσία να μένουν παγερά αδιάφοροι, αν όχι να εναντιώνονται στους ενοχλητικούς «φωνασκούντες», που ταράσσουν τις πολύ καλές σχέσεις μας με «φίλη», «σύμμαχο» και «εταίρο» χώρα! Γι’ αυτό και έχουμε καταντήσει περίγελως των πάντων και, κατά το κοινώς λεγόμενο καρπαζοεισπράκτορες, συμμετέχοντες βέβαια «ισότιμα» σε μεγάλους διεθνείς οργανισμούς!
Εκείνο που προκάλεσε εντύπωση ήταν η γνωστοποίηση ότι ο Γερμανός πρόεδρος θα εκφωνούσε δεκάλεπτη ομιλία, αρκετά μεγαλύτερης δηλαδή διάρκειας από την προβλεπόμενη από το διπλωματικό πρωτόκολλο. Τί άραγε θα είχε να πει; Είπε εκείνα, που θα έπρεπε να αναμένουμε και όχι εκείνα που ελπίζαμε. Και πώς αφήσαμε αυτή τη ευκαιρία να χαθεί ανεκμετάλλευτη; Όχι δεν την αφήσαμε. Στη θέση της προέδρου μας, που επέλεξε την απουσία αντί της ευγενικής αντιπαράθεσης, ορθώθηκε ο μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου σεβασμιότατος Αμφιλόχιος. Με ευγενικό τρόπο και με προβολή της πατροπαράδοτης κρητικής φιλοξενίας μίλησε στον Γερμανό πρόεδρο με τη γλώσσα της αλήθειας και όχι της άθλιας διπλωματίας. Μεταφέρω στο άρθρο μεγάλο απόσπασμα από την προσφώνηση του μητροπολίτου.
“Η παρουσία σας σε αυτό τον ιστορικό τόπο, την Κάνδανο, σηματοδοτεί μια επίσκεψη πολλών και μεγάλων συμβολισμών… Θα μνημονεύσω την μαρτυρία και την ομολογία ενός συμπατριώτη σας, Γερμανού συγγραφέα, ο οποίος κατά την περίοδο της μάχης της Κρήτης, υπήρξε ένας από τους στρατιώτες στην Κρήτη.Αυτός επέστρεψε μετά από λίγα χρόνια, το 1952, και επισκέφτηκε ξανά την Κρήτη… Ένα σούρουπο βρέθηκε σε ένα κοιμητήριο που ήταν θαμμένοι οι Γερμανοί στρατιώτες.Εκεί, λέει, συνάντησε μια μαυροφορεμένη Κρητικιά γυναίκα που άναβε κεριά στους τάφους των Γερμανών στρατιωτών. Την πλησίασε και είχε συζήτηση, που την καταγράφει.Του είπε η μαυροφορεμένη αυτή η ηρωίδα Κρητικιά γυναίκα ότι έχασε τον άντρα της στην μάχη της Κρήτης και το μοναχογιό της το 1943 τον μετέφεραν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου εκεί σκοτώθηκε.Και συνεχίζει αυτή η Κρητικιά, μια ηρωίδα γυναίκα, «ανάβω κεριά στους τάφους εδώ των Γερμανών στρατιωτών, γιατί και αυτοί είχαν κάποιες μάνες και επειδή οι μάνες τους αυτές δεν μπορούν να έρθουν να τα μνημονεύσουν και να τους ανάψουν κεριά, έτσι κι εγώ ανάβω τα κεριά αντί για τις μάνες τους με την σκέψη και την πίστη ότι και στο δικό μου το παιδί κάποια μάνα θα του ανάβει κερί».
Λίγες δεκαετίες μετά, το 1974, ο τότε μητροπολίτης της περιοχής εδώ που ανήκει και η μαρτυρική Κάντανος, ο μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου Ειρηναίος Γαλανάκης, αποφάσισε να φιλοξενήσει τα οστά των Γερμανών στρατιωτών σε ένα ιστορικό μοναστήρι, στην μονή της Γωνιάς στο Κολυμπάρι…, μέχρι να δημιουργηθεί το νεκροταφείο το οποίο βρίσκεται πιο πέρα στο Μάλεμε.
Αυτή λοιπόν, κύριε Πρόεδρε, είναι η ψυχή της Κρήτης, η οποία ξέρει να ανοίγεται και ξέρει να χωρεί ακόμα και αυτούς που τη στέρησαν τα παιδιά της.Και θα μου επιτρέψετε να πω ότι θα περίμενε η Κρητική ψυχή και από τη χώρα σας να έχει την ίδια ανοιχτοσύνη και μεγαλοσύνη. Όμως ακόμα και στα δύσκολα χρόνια, στα δύσκολα χρόνια του μνημονίου, είδαμε ότι η χώρα σας όχι μόνο δεν συμπαραστάθηκε στη χώρα μας αλλά έσπρωξε την Ελλάδα ουσιαστικά στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.Ηγέτες της χώρας σας τότε συντέλεσαν να περάσει η Ελλάδα τα δεινά που πέρασε…. Και επειδή στην παρουσία σας, στην Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, που θα περιμέναμε να ήταν και αυτή σήμερα ανάμεσά μας, είπατε ότι είστε δεσμευμένοι στην ιστορική σας ευθύνη, θα μου επιτρέψετε και πάλι, με πολλή εκτίμηση και σεβασμό (γιατί η Κρήτη ξέρει να σέβεται και να εκτιμά τους φιλοξενούμενους της και τους θεωρεί δικούς της ανθρώπους) να σας πω ότι οι γερμανικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο δεν είναι μια υπόθεση που κλείνει και ένα νομικό ζήτημα, αλλά είναι μια δέσμευση ιστορικής ευθύνης της χώρας σας και είναι ηθική επιταγή.Και νομίζουμε ότι από δω, από την Κάνδανο, οφείλουμε αυτό να το διακηρύξουμε.
Έχουμε τη βεβαιότητα ό,τι από αυτήν την ιστορική περιοχή, την Κάνδανο, που με τιμή και με αγάπη σας καλωσορίζουμε και σας χαιρετίζουμε, και με πολλή εκτίμηση, ότι θα σηματοδοτήσει την απαρχή για αυτή τη δικαίωση σε ότι αφορά το δίκαιο αυτό αίτημα των γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου.
Και πάλι με πολλή τιμή και με πολλή αγάπη, και με πολλή εκτίμηση, σας χαιρετίζουμε και σας καλωσορίζουμε στο μαρτυρικό αυτό τόπο και σας ευχαριστούμε για την παρουσία σας ανάμεσά μας, η οποία, επαναλαμβάνω, είναι μια παρουσία υψηλών συμβολισμών, δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών, κύριε μου”.
Ίσως η πρόεδρός μας να ήταν πολύ απασχολημένη όχι όπως τη νύχτα, που διασκέδασε με την αδελφή του πρωθυπουργού και άλλους υπέρμαχους των «δικαιωματιστών» για την υπερψήφιση του νομοσχεδίου από την ελληνική Βουλή, που χαρακτηρίστηκε από τον ευρωπαϊκό τύπο ήττα της Ορθόδοξης Εκκλησίας!
Αν ο ελληνικός λαός είναι ικανοποιημένος από τον κατήφορο, ας συνεχίζει να εκφράζει την ευαρέσκειά του σ’ αυτούς που εδώ μας κατάντησαν! «Μακρυγιάννης»