Η εποχή των καρπουζιών
(γράφει ο Βαγγέλης Μπάκας)
Ήταν η χρονιά κατά την οποία τα φορτηγά βογκούσαν στις ανηφοριές της Καστανιάς, αφού δεν είχε αρχίσει να κατασκευάζεται η Εγνατία οδός. Κι όπως ήταν φυσικό, τα οχήματα με τους ταξιδιώτες κάνανε πάντα μια στάση για μια ανάσα, και κρύο νεράκι στην βρύση της Καστανιάς. Δεν ξεχωρίζω την κούραση των οχημάτων… κι ούτε την δίψα τους. Δεν ήταν και λίγοι εκείνοι οι οδηγοί οι οποίοι τα ποτίζανε ρίχνοντας κρύο νερό στο ψυγείο. Ποιο ψυγείο, που κόντευε να πάρει φωτιά από το κόχλασμα!
Να κι ο κύριος Χαλιλόπουλος, ο κινητός μανάβης, με το φορτηγάκι του! Με το που σταμάτησε και αντίκρισε το φίλο του τροχονόμο τον φώναξε λέγοντας:
«Νικόλα! Κόπιασε να σου δώσω δυο καρπούζια για να τα πας στην οικογένειά σου».
«Φρρρρ φρρρρ… Όχι εκεί κύριε! Εμποδίζετε! Σας παρακαλώ!» είπε ο τροχονόμος και συνέχισε:
«Είναι ντροπή Μανόλη μου, εν ώρα υπηρεσίας, να κρατάω δυο τα καρπούζια στην αγκαλιά σαν μωρά, και ταυτόχρονα να ρυθμίζω την κυκλοφορία;».
«Βάλε τη σφυρίχτρα σου στο στόμα όπως κάνουν οι διαιτητές!».
«Ξέχνα το! Θα γίνω ρεζίλι! Αυτή η πράξη λέγεται δωροδοκία για τον κόσμο!…».
«Αν το ξεχάσω, θα ξεχάσεις κι εσύ την καλημέρα μου! Ρίξε τουλάχιστον μιαματιά για να δεις τι πράμα έχω! Όλα τα καρπούζια είναι φρεσκοκομμένα!».
Με το που σήκωσε ο αστυνομικός το μουσαμά της πίσω πόρτας τι να δει!… Μόνο ένα καρπούζι! Και τι να πει! Είπε όμως:
«Καλά, με δουλεύεις βρε φίλε;».
«Τι εννοείς!».
«Να!… Έλα να δεις πρώτα πόσα καρπούζια έχεις μέσα στην καρότσα! Ήθελες να μου δώσεις και δυο τρομάρα σου! Μόνο ένα υπάρχει, κι αυτό επειδή το συγκράτησε η αλυσίδα της ανοιχτής πόρτας!».
Με το που κοιτάζει ο Μανόλης μέσα στην καρότσα έπαθε εγκεφαλικό και άρχισε να παραμιλά:
«Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβ…».
«Μα αυτό είναι Ντάτσουν! Πλάκα με κάνεις; Όχι εκεί κύριε! Δεν βλέπετε το σήμα;».
«Μόνο η μία πόρτα είναι Ντάτσουν. Η μηχανή είναι Φορντ! Το καπό είναι Τοότα… Και η πίσω πόρτα Νισάν! Γι αυτό και άνοιξε. Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορ…».
Ο αστυνομικός νόμισε πως είχε σαλέψει και τον διέκοψε πάλι για να τον συνεφέρει:
«Δεν θα πεθάνεις κι από τη στενοχώρια βρε φίλε για ένα φορτίο καρπούζια! Το ξέρεις πόσο υπέφερε η αείμνηστη ηθοποιός Τζένη όταν την προσφωνούσα κυρία Καρπούζα; Μόλις όμως το έκανε Καρέζη λύθηκε δια παντός το πρόβλημά της. Το ίδιο θα κάνεις κι εσύ. Θα παρατήσεις τα καρπούζια, τα οποία είναι πολύ βαριά, και θα πουλάς μόνο πεπόνια! Ό,τι καλύτερο!».
«Άλλος είναι ο λόγος! Εγώ δε γίνομαι πεπονής! Πάντα όταν ήμουν βαρυφορτωμένος, όπως και τώρα κακή μου ώρα, έβγαζα την ανηφόρα με πρώτη. Αυτή τη φορά έριξα δεύτερη και τρίτη ταχύτητα, νομίζοντας πως είχε κρυώσει η μηχανή και τραβούσε στην ανηφόρα! Και σαν πλάκωσα τα μπράβο Φορντ και μπράβο Φορντ, παίνευα το αμάξι μέχρι που έφτασα εδώ: Πού να το φανταζόμουνα πως είχε ανοίξει η πόρτα, και είχανε χυθεί όλα τα καρπούζια εκτός από ένα! Τώρα κατάλαβα γιατί με κορνάριζαν συνέχεια οι οδηγοί, οι οποίοι με προσπερνούσαν, κι εγώ νόμιζα πως με μούντζωναν επειδή δεν τους άφηνα να με κάνουν προσπεράση! Κινδύνευαν να ντεραπάρουν οι άνθρωποι, πατώντας τις σπασμένες πρασινοκόκκινες μπάλες!… Είχε γεμίσει ο δρόμος ΚΚΕ και ΠΑΣΟΚ».
«Σε περίπου δέκα λεπτά παραδίνω την υπηρεσία. Θα δεχτώ το κέρασμά σου φίλε. Βάλε το μοναδικό καρπούζι στη βρύση να παγώσει και το τσακίζουμε μαζί…».
Όση ώρα τρώγανε το καρπούζι, ο καρπουζάς συνέχισε να επαινεί το αμάξι του σαν παπαγάλος:
Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ:
Καμιά σχέση αυτό το μπράβο με τον Μπράβο! Ετούτο ήταν άκρως επαινετικό, κι ας εμπεριείχε ένα τόνο ειρωνεία! Όσο ήταν και το βάρος των καρπουζιών που χύθηκαν!
Ξαφνικά τους πλευρίζει ένα μπλέ Ντάτσουν τραγουδιστά:
«Πικρός καφές
Και μαύρο το φλιτζάνι
Και η γυφτιά
Με Ντάτσουν εκδρομή.
Ο κύριος Μανόλης πήρε θέση μάχης για να τα βάλει με την προσβολή του άγνωστου οδηγού. Όταν όμως είδε το φίλο του τροχονόμο να στέκεται προσοχή, και να χαιρετά με την παλάμη στο γείσο του πηλίκιου πήγε και χώθηκε στο ιμιτασιόν Ντάτσουν και βάζοντας μπρος εξαφανίστηκε. Αν του ζητούσε τα στοιχεία του ο άγνωστος κύριος θα τον έβρισκε εντελώς αστοιχείωτο! Δεν είχε ούτε δίπλωμα! Κι όσες φορές έπεσε σε μπλόκο καθάριζε πάντα ο γείτονας και φίλος του Νικόλας. (Τα είχε με την όμορφη σύζυγό του Ερωτώ!)
Επιστρέφοντας ο Μανόλης στη Βέροια για να παραλάβει την σύζυγο, κι από εκεί να πάνε στο χωράφι κάποιου γείτονά του να φορτώσουν πεπόνια αυτή τη φορά, δέκα φορές τον ρώτησε η καημένη η Ερατώ:
«Τι νωρίς που ξεπούλησες Μανόλη μου; Μήπως τα έδωσες όσο όσο;».
«Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ! Μπράβο Φορντ!».
Όποια ερώτηση κι αν έκανε η Ερατώ στο σύζυγο, έπαιρνε την ίδια παπαγαλίστικη απάντηση εις τριπλούν: «Μπράβο Φορντ!».
Η Ερατώ έστειλε ένα μυστικό μήνυμα στη φίλη της Λωξάντρα και την παρακάλεσε να ξεματιάσει επειγόντως τον Μανολάκη της.
Δεν άργησε να βγει το πόρισμα. Να και το απαντητικό μήνυμα:
«Κουμμάτια του λαδ Αρατώ!… Κάποια έβαλι στου ματ’ τουν άντρα σ’! Να έχ’ς του νου σ’».
«Μανόλη μου είσαι πολύ ματιασμένος!».
«Μπράβο Φορντ!»
«Μανολάκη μου, πρέπει να έχεις αλτσχάιμερ. Γι αυτό δεν κατάλαβες το πέσινο των καρπουζιών στις ανηφόρες της Καστανιάς …»
Ο Μανόλης δεν άφησε τη σύζυγό του να αγωνιά κι άλλο. Της είπε πως είχε χαζάιμερ, και πως το ξεμάτιασμα δεν είχε παίξει κανένα ρόλο. Μαζί με τα καρπούζια είχε πάει και το λάδι χαμένο! Ανεβαίνει όλη την καστανιά με τρίτη ταχύτητα ένα σαραβαλάκι!
Οπότε αλλάξανε κουβέντα και η Ερατώ άνοιξε το ραδιόφωνο λέγοντας:
«Εσύ να είσαι καλά άντρα μου, κι από καρπούζια…».
«Μπράβο Φορντ!».
Ξαφνικά το ραδιόφωνο κάνει κάποια διακοπή για να αναγγείλει μια λάγνα αφιέρωση ως εξής:
Ο τροχονόμος κύριος Ν.Κ αφιερώνει το επόμενο τραγούδι στη γειτόνισσα Ερατώ:
«Πικρός καφές
και μαύρο το φλιτζάνι
και η γυφτιά
με Ντάτσουν εκδρομή». Να μην μαύριζε κι άλλο ο καημένος ο Μανόλης Χαλιλόπουλος! Άλλος είχε βάλει στο μάτι την Ερατώ του, κι όχι κάποια άλλη τον ίδιο!… Μακάρι να συνέβαινε το αντίθετο.