Τα Γρεβενά στην μεταλιγνιτική εποχή
Στο Δημοτικό Συμβούλιο της 6/02/2020, https://www.youtube.com/embed/7g7rlBE67H8 (37:25 – 42:05) στη συζήτηση για το φυσικό αέριο και στο κλείσιμο της παρέμβασής μου είχα αναφέρει , πως «το επόμενο διάστημα και τα επόμενα χρόνια τα θέματα της ενέργειας θα μας απασχολήσουν ιδιαίτερα, τα συμφέροντα που παίζονται είναι πολύ μεγάλα και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει η Δυτική Μακεδονία και τα Γρεβενά να βγουν θιγόμενοι».
Στην Σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα το Σεπτέμβριο του 2019 ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε την βούληση της Κυβέρνησης για το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2028. Λίγο αργότερα ανακοινώθηκε από τον Υπουργό κ. Χατζηδάκη πως το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων θα γίνει πολύ νωρίτερα και μέχρι το 2023. Μοναδική εξαίρεση η μονάδα 5 της Πτολεμαίδας που βρίσκεται στη φάση της κατασκευής αφού θα έχει την δυνατότητα λειτουργίας με άλλο καύσιμο.
Είναι ολοφάνερο πως το λόμπυ του φυσικού αερίου επέβαλε στην Κυβέρνηση το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων και την αντικατάσταση του λιγνίτη στο μίγμα καυσίμου από το φυσικό αέριο, παρά το γεγονός ότι με την κύρωση της συμφωνία των Παρισίων για το κλίμα από την χώρα μας στις 5/10/2016, θα πρέπει να προβούμε σε απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2050 (δηλ. και του φυσικού αερίου που συμπεριλαμβάνεται στα ορυκτά καύσιμα).
Συμπερασματικά η Κυβέρνηση προχωρά σε μία βίαιη απολιγνιτοποίηση ( πρωτοφανής και παγκόσμια πρωτοτυπία), αντικαθιστώντας ένα εθνικό προϊόν τον λιγνίτη με ένα εισαγόμενο προϊόν το φυσικό αέριο. Εάν αυτή η ενέργεια συνδυαστεί με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, της ΔΕΔΑ και της ΔΕΣΦΑ γίνεται αντιληπτό πως το σύνολο του ενεργειακού δυναμικού περνάει σε ιδιωτικά χέρια και με το κύριο σταθερό καύσιμο να είναι εισαγόμενο.
Το εύλογο ερώτημα για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μέχρι τώρα παραμένει αναπάντητο.
Για την ομαλή μετάβαση στην μεταλιγνιτική εποχή δημιουργήθηκε στην ΕΕ το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ), προκειμένου να χρηματοδοτήσει δράσεις και να στηρίξει τις λιγνιτικές περιοχές που θα πληγούν. Όσον αφορά το ύψος των κονδυλίων υπήρξε ένα ισχυρό πλήγμα αφού τα 40 δις Ευρώ (1,7 δις αντιστοιχούσαν στην Ελλάδα) που αρχικά είχαν συμφωνηθεί το Μαϊο του 2020 και θα μοιραζόταν σε 41 λιγνιτικές Περιφέρειες, τελικά με απόφαση της Συνόδου Κορυφής το ποσό μειώθηκε δραματικά στα 17,5 δις (750 εκατ. Ευρώ για την Ελλάδα). Το αφήγημα της Κυβέρνησης που μέχρι τότε ήταν ότι θα εισρεύσουν 1,7 δις και δεν θα υπάρξει οργασμός ανάπτυξης στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και την Μεγαλόπολη κατέρρευσε, μαζί με την ανικανότητα να επιτευχθεί δίκαιη κατανομή των κονδυλίων αφού χώρες όπως η Πολωνία θα πάρουν τη μερίδα του λέοντος και ας μην έχουν συμφωνήσει για την απολιγνιτοποίηση και η Γερμανία που πολύ πρόσφατα εγκαινίασε νέα λιγνιτική μονάδα με ορίζοντα λειτουργίας πέραν του 2038.
Η συντονιστική επιτροπή που ανέλαβε την κατάρτιση του σχεδίου δίκαιης μετάβασης ολοκλήρωσε το έργο της ( ένα χρόνο μετά την απόφαση) και δημοσιοποίησε το αποτέλεσμα της. Σύμφωνα με το ίδιο το master plan , ο στόχος είναι με την υλοποίησή του να καταστήσει την Ελλάδα πρωτοπόρο στην Ευρώπη και διεθνές παράδειγμα βέλτιστης πρακτικής για την δίκαιη μετάβαση και την οικονομική ανάπτυξη. Δηλαδή οι συντάκτες του πιστεύουν πως η Ελλάδα θα αποτελέσει ένα παγκόσμιο πρότυπο γιατί θα καταφέρει αυτό που δεν κατάφεραν χώρες όπως η Γερμανία και η Μεγάλη Βρετανία, δηλαδή να αποκαταστήσουν ακόμη και μετά από δύο δεκαετίες το ΑΕΠ λιγνιτικών περιοχών μέσω ενός άλλου παραγωγικού μοντέλου.
Η μοναδική λύση ώστε να επιτευχθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η μετάβαση στην μεταλιγνιτική εποχή, τόσο για την εθνική ενεργειακή ασφάλεια και στρατηγική, όσο και για την επιτυχημένη μεταφορά σε ένα εναλλακτικό παραγωγικό μοντέλο των λιγνιτικών περιοχών (Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης), είναι ο επανακαθορισμός του χρονοδιαγράμματος τουλάχιστον μέχρι το 2038 όπως προέβλεπε και το προηγούμενο ΕΣΕΚ που είχε καταρτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και είχε μάλιστα πάρει και τα εύσημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να υπάρξει ο κατάλληλος χρόνος προετοιμασίας.
Εάν η κυβέρνηση επιμείνει σ΄ αυτό το χρονοδιάγραμμα, τότε επιβάλλεται η ριζική αναμόρφωση του master plan με ένα νέο, το οποίο στον πυρήνα του θα πρέπει να διακατέχεται από μία φιλοσοφία δίκαιης και ρεαλιστικής ανάπτυξης . Κι αυτό διότι σ’ αυτό που ανακοινώθηκε παρατηρούνται τα εξής:
1. Σε όλους τους άξονες που στοχεύει υπάρχει μια θεωρητική προσέγγιση ως προς τις επενδύσεις αλλά και ως προς την αποτελεσματικότητά τους.
2. Μιλάει για επενδύσεις οι οποίες είναι ήδη δρομολογημένες και παρουσιάζονται ως νέες, ενώ μας «κάνουν τη χάρη» και θα διατηρηθεί το μειωμένο τιμολόγιο ΠΟΤ ( που υιοθετήθηκε από την προηγούμενη Κυβέρνηση και αποτελεί τη μοναδική ωφέλεια για τα Γρεβενά και την Καστοριά λόγω της ύπαρξης της ΔΕΗ στην ΔΜ)
3. Υπάρχει παντελής απουσίας του Δημοσίου και όλα επαφίενται στην ιδιωτική πρωτοβουλία
4. Είναι ένα σχέδιο στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνονται προτάσεις που έγιναν από τους φορείς της Περιφέρειάς μας, άρα είναι δεδομένο πως και η διαβούλευση που γίνεται είναι προσχηματική.
5. Για πρώτη φορά, ενώ για 50 χρόνια στη συνείδηση όλων υπάρχει η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη ως τα ενεργειακά κέντρα της Ελλάδας, με βάση το σχέδιο περνάμε στον λιγνιτικό άξονα Κοζάνη- Πτολεμαίδα – Φλώρινα- Μεγαλόπολη ενώ Γρεβενά και Φλώρινα αγνοούνται.
6. Είναι εμφανές πως η μερίδα του λέοντος των χρημάτων που θα εισρεύσουν θα οδηγηθεί σε λίγες μεγάλες επενδύσεις με αναντίστοιχη προσφορά θέσεων εργασίας.
7. Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για μια εμπροστοβαρή ενίσχυση της περιοχής αφού η απολιγνιτοποίηση έχει ήδη ξεκινήσει και τα πρώτα καταστρεπτικά αποτελέσματα είναι ήδη ορατά.
8. Στο Master Plan στα πλαίσιο της προσέλκυσης επενδύσεων προτείνονται η δημιουργία μιας ειδικής οικονομικής ζώνης με διάφορα κίνητρα. Ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα είναι οι επιδοτήσεις οι οποίες κατηγοριοποιούνται με βάση την χωροταξική κατανομή των Περιφερειακών Ενοτήτων. Συγκεκριμένα προτείνονται:
• Για τις περιφερειακές ενότητες Κοζάνης, Φλώρινας και Τρίπολης, στα
κίνητρα που αφορούν στην υλοποίηση νέας επένδυσης το συνολικό ύψος ενίσχυσης προτείνεται να είναι 60% για μεγάλες επιχειρήσεις, 70% για μεσαίες επιχειρήσεις και 80% για μικρές επιχειρήσεις
• Για τις λοιπές ΠΕ της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και Πελοποννήσου, δηλαδή και για τα Γρεβνά, η πρόταση είναι να
προβλεφθεί μέγιστη ενίσχυση της τάξεως του 40% για μεγάλες επιχειρήσεις, 50% για μεσαίες επιχειρήσεις και 60% για μικρές επιχειρήσεις.
Με δεδομένο πως σήμερα και μέχρι το 2021 οι σχετικές επιδοτήσεις είναι ενιαίες 25% για τις μεγάλες, 35% για τις μεσαίες και 45% για τις μικρές, γίνεται αντιληπτό ότι με την συγκεκριμένη πρόταση δημιουργούνται Περιφερειακές Ενότητες δύο ταχυτήτων. Έρχεται δηλαδή να προστεθεί σε ένα υπαρκτό πρόβλημα, της αδικίας που έχουν υποστεί όλα αυτά τα χρόνια με την απώλεια σημαντικών πόρων τα Γρεβενά και η Καστοριά, λόγω υψηλού ΑΕΠ της Περιφέρειας και ένα δεύτερο, που αντί να αμβλύνει τις ανισότητες και να αποκαταστήσει την αδικία, διατηρεί και οξύνει το πρόβλημα, αποτρέποντας ταυτόχρονα την απόκτηση Περιφερειακής συνείδησης. Ήδη έχουμε δύο παραδείγματα άνισης μεταχείρισης, το πρόγραμμα εξοικονομώ, όπου προτείνεται στον παραπάνω άξονα 10% επιπλέον ενίσχυση και το καινούργιο πρόγραμμα νέων αγροτών που αναμένεται να τρέξει αρχές του 2021 και αφορά πάλι τον λιγνιτικό άξονα και μόνο, αποκλείοντας Γρεβενά και Καστοριά.
Από όλα τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως ο χρόνος στενεύει. Απαιτούνται εγρήγορση, συνεννόηση και συνέργειες. Το θέμα δεν ενδείκνυται, ούτε για πολιτικές αντιπαραθέσεις, ούτε για προσωπικές αντιδικίες. Ο καθένας απ’ το μετερίζι του μπορεί και πρέπει να πάρει πρωτοβουλίες, να δράσει, να προτείνει. Πολύ περισσότερο όσοι κατέχουν θέσεις ευθύνης πρέπει να οργανώσουν ένα σχέδιο που θα στηρίζεται σε μία στέρεα επιχειρηματολογική βάση, ώστε να πειστεί η Κυβέρνηση πως το δίκιο επιβάλει την αλλαγή του master plan και γενικότερα του σχεδίου για την βίαιη απολιγνιτοποίηση
Ο στόχος είναι κοινός και μας αφορά όλους.
Γιώργος Καλαμάρας
Γεωπόνος ΑΠΘ