Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

Euromedica

euromedica ygeia

ΜΕ ΤΙ ΘΑ ΤΟ ΦΤΙΑΞΤΕ…ΜΕ ΨΕΙΡΕΣ;

-Τι έγινε, ρε φίλε, χαθήκαμε;
-Γειά σου, Θόδωρε, όντως χαθήκαμε. Μετά τι χαιρετούρες και τις χειραψίες περάσαμε στα της καθημερινότητας. Είχαμε όντως πολύ καιρό να τα πούμε, αν και ζούμε στην ίδια μικρή πόλη.
-Τελευταία διαβάσα ένα άρθρο σου στον ΄΄Γρεβενιώτη΄΄ για το Μοναστήρι.Τι γίνεται; Του εξήγησα ότι η Μονή βρίσκεται σε οριακό σημείο και ότι η διάσωσή της, είναι διακαής και μοναδικός πόθος όλων των Ταξιαρχιωτών τα τελευταία χρόνια.
-Μακάρι να γίνει αλλά με τι θα το φτιάξτε με ψείρες; μου είπε και με χαιρέτησε. Έσκυψα το κεφάλι χαιρέτησα και έφυγα.
Στο δρόμο για το σπίτι οι ψείρες γυρνούσαν στο μυαλό μου.Θυμήθηκα, όταν ήμουνα μικρός.Είχα γεμίσει ψείρες.Τώρα τι θα κάνουμε;Η μάνα δοκίμασε τα πάντα από τα πιο ήπια φάρμακα, το ξύδι, μέχρι και την ψειρόσκονη.Τίποτα. Τελευταία λύση; Στον γείτονα που εκτελούσε και καθήκοντα κουρέα. Εγώ έκλαιγα απαρηγόρητος.Το κούρεμα ήταν πάντα μια τραυματική εμπειρία, γιατί όλοι στο σχολείο κοροϊδεύαμε τον κουρεμένο: ”κουρεμένο γίδι, πας στο πανηγύρι”.Τώρα τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα.Η ετυμηγορία κούρεμα λούξ. Λουξ θα πει γουλί. Μπροστά στον γείτονα-κουρέα παρέμεινα ψύχραιμος. Μετά την ψιλή όμως, στο σπίτι έβαλα τα κλάματα. Η μάνα μου, αφού είδε και έπαθε να με ηρεμήσει, με ορμήνεψε:
-Δεν θα πεις σε κανέναν ότι έχεις ψείρες,καλά;
-Καλά.
Μετά από καναδυό μέρες περνώντας έξω από το σπίτι του πάππου τ’ Μήτσιου, τον συναντήσαμε που λιαζόταν.
-Καλημέρα, είπε η μάνα μου.
-Καλημέρα.Τι κάνεις Θόδωρε;
-Εγώ πάππου έχω ψείρες γι’ αυτό με κούρεψαν λουξ…Η μάνα μου καταντροπιάστηκε…
Βέβαια μετά από λίγες μέρες ο ένας μετά τον άλλον, οι συμμαθητές μου, έρχονταν όλοι κουρεμένοι λούξ.Πέρασαν κανα δυό μέρες και βρισκόμουν με έναν δεύτερο ξάδερφο μου και τον πατέρα του έξω από το σπίτι τους. Ο μπαρμπά Βασίλης συζητούσε με τον θείο μου. Εμείς παίζαμε εκεί κοντά. -Γιατί τα κουρέψατε τα παιδιά έτσι; ρώτησε ο μπαρμπα Βασίλης.
-Ιδρώνουν, αλλά είναι και οι ψείρες…
Οι ψείρες λοιπόν, ήταν το κοινό μυστικό όλων. Όλοι είχαμε αλλά δεν το μαρτυρούσαμε.

Πέρασαν χρόνια μεγάλωσα και διάβασα: “Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετο, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο κι απ’ την κούραση ανυπόφερτο. “Οδυσσέα Ελύτη, «Η πορεία προς το μέτωπο»Από τη συλλογή Το Άξιον εστί (1959) .
Τότε ξαναθυμήθηκα τις ψείρες.Νάτε λοιπόν πάλι μπροστά μου.

Με ψείρες λοιπόν; Λες να μας ανέβηκαν οι ψείρες ως το λαιμό; Όχι φίλε θα σε στεναχωρήσω.Δεν είναι κοινό μυστικό. Δεν θα αφήσουμε τις ψείρες να μας ανέβουν στο λαιμό.Είναι δηλωμένο, ξεκάθαρο: ΟΛΟΙ ΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΙΩΤΕΣ ΘΕΛΑΜΕ ΚΑΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΣΩΘΕΙ Η ΜΟΝΗ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ.ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΑΞΙΑΡΧΙΩΤΕΣ.Το θελουμε και δουλεύουμε καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του για αυτόν τον σκοπό.

ΕΝΑΡΞΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΤΩΡΑ!

Κλωνάρας Θεόδωρος

Δείτε ακόμα