vandal

συμπλευση

Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

Euromedica

euromedica ygeia

Ο Αχίλλης στα πέτρινα χρόνια

 

                              

                                  Γράφει ο Βαγγέλης Μπάκας

 

Σε εποχές κατά τις οποίες οι μετακινήσεις από τα μακρινά χωριά γινότανε πλέον με τετράποδα και με παλινδρομική κίνηση χρειαζόταν δυο μέρες γαϊδουροποδαρόδρομο!    

Και όταν συνοδεύανε και κάποια ζώα προς πώληση, αν και τους ξέραν τους δρόμους αργούσανε πάρα πολύ μέχρι να φτάσουν στην Κόρντομπα!… Την μακρινή και μόνη!

Τα οχήματα σπανίζανε. Τα ζώα περισσεύανε. Να και το παραποτάμιο παρκάρισμα χωρίς χειρόφρενο. Το δέσιμο των ζώων γινόταν από κάποιο παλούκι και ήταν αρκετά ασφαλές. Εκτός κι αν κάποιος γάιδαρος βρισκότανε σε οίστρο! Τότε έπαιρνε μαζί του το παλούκι και τραβούσε για την καλή του!

Κι όσοι έφταναν στο χώρο του Αχίλλη, κάπου κοντά στο σημερινό πάρκo, η βαβούρα τους ξεκούφαινε. Γκαρίσματα μουκανίσματα, και ξαφνικά καλύπτει όλους τους ήχους το ουρλιαχτό της μηχανής του τρικαλινού Τάκη Βήκα. Περιφερότανε στον κύλινδρο,  που έμοιαζε με τεράστιο ξύλινο βαρέλι, χωρίς χέρια… και ενίοτε με δεμένα τα μάτια.

Κάποιος χωροφύλακας ποιο κάτω, οδηγεί κάποια ντράχτσα (τσιγγάνα) στο πρόχειρο αστυνομικό τμήμα για κάποια κλοπή.

Κάποια μάνα σέρνει τον μικρούλη γιο από το χέρι, και του ρίχνει και μερικές ξυλιές, επειδή θέλει κι άλλο γλυκό. Το μεγαλύτερο φυσαρμόνικα. Η κορούλα, το φουστανάκι που λιμπίστηκε σε κάποια υπαίθρια κολεξιόν.

Ενώ οι μεγάλοι τα ακουμπάνε στο βαθύ ντεκολτέ μιας τραγουδίστριας, η οποία έλεγε κάθε τόσο το νινανάι γιάβουμ… Και αφού το πρωτόγνωρο αυτό σουξέ άγγιζε πολλές καρδιές κάποιοι το γράφανε και σε χαρτί για να μην το ξεχάσουν μέχρι το χωριό τους.

Με τα τόσα κουβαρνταλίκια των λάγνων εραστών, μην έμοιαζε και ο πορτομανές με νηστική λακέρδα!…

Να κι ο παπατζής. Παρότι τον κυνηγούν οι χωροφύλακες, αυτός φυτρώνει σε κάποια άλλη θέση.

Κι εγώ έξι χρονών να τι πήρα. Μια καραμούζα η οποία ξεκούφανε τους περαστικούς. Και ούτε που κατάλαβα γιατί με βρίζανε όλοι, και κάποιοι μου λέγανε να σκάσω!

Ευτυχώς που η αδερφή μου δεν μου χάλασε χατίρι. Με πήρε πάνινα παπούτσια, αφού τα τσαρούχια είχαν τρυπήσει στον ποδαρόδρομο από το χωριό έως τα Γρεβενά. Αυτά φοράω στο εξώφυλλο του «Ζαραλή». Αντίντας της εποχής χωρίς μάρκα!

Όταν φύγαμε για το χωριό και περάσαμε από τη βρύση, η οποία βρισκότανε μπροστά από το σπίτι του Μπόζιου, έβαλα την καραμούζα επάνω στη βρύση για να πιώ νερό και την ξέχασα. Την θυμήθηκα όμως όταν φτάσαμε πλέον στο χωριό. Οπότε έριχνα το φταίξιμο στην αδερφή μου. Τελικά, μου είπε πως θα κατέβαινε την επομένη μέρα  και θα την έπαιρνε πάνω από την βρύση.

Όσο ασήμαντες κι αν είναι κάποιες στιγμές δεν ξεχνιούνται! Κι ακόμα πιο πολύ, όταν πρόκειται για δρώμενα εξ απαλών ονύχων!

Ντρέπομαι να σας πω σε ποια ηλικία διαπίστωσα πως η αδερφή μου είχε αγοράσει κάποια άλλη ολόιδια καραμούζα!

Την φτώχια μας!… Με τις δέκα δραχμές, τις οποίες μου είχε δώσει ο πατέρας μου, και τις πέντε να τις έδινα στον αδερφό μου Χρήστο, υπολόγιζαν να κάνω τα ψώνια της ζωή μου. Έλα όμως που ξόδεψα και κάποιες δραχμές από τις πέντε του αδερφού μου! Αγόρασα αραπάκι, το γέμιζα νερό, και όταν το φυσούσα από το κεφάλι του ουρούσε! Τι είχα εγώ και δεν είχε κανένας άλλος! Να τι λέγανε οι λιλιπούτειοι φίλοι μου. Δώσε και σε μας το αραπάκι να το βάλουνε να ουρήσει!

Μόλις συνάντησα τον αδερφό μου και του είπα πως είχα ξοδέψει και κάποιες από τις δικές του δραχμές να τι μου είπε: Δεν πειράζει αδερφέ μου! Κράτα και τα υπόλοιπα ρέστα! Να μην βούρκωνα!

Κι όμως, σήμερα που μας περισσεύουν τα πάντα δεν είμαστε πάλι ευχαριστημένοι. Κάποτε σκάβαμε τραγουδώντας. Σήμερα καθόμαστε και αναστενάζουμε. Γιατί; Εγώ πάντως δεν γνωρίζω την αιτία. Αν όμως την γνωρίζει κάποιος από σας ας μου την πει. Κι ακόμα! Του δίνω όρκο και λόγο πλέον πως δεν θα το πω ούτε στον παπά! Όχι τον ιερωμένο φυσικά, αλλά σε κάποιον παλιό μου φίλο με το επίθετο αυτό!

Κάποτε, ως παιδιά, παρακαλούσαμε τον Άγιο Αχίλλειο να έρχεται κάθε μήνα, και να μας φέρνει μπόλικα καλούδια. Καταργήθηκε μόνο ο καλοκαιρινός! Κι αν καταργηθεί πλέον και ο Φθινοπωριάτικος Αχίλλης, τότε θα είναι βούτυρο στο ψωμί των ντόπιων εμπόρων! Να και η λεζάντα στην είσοδο της πόλης με κεφαλαία γράμματα:

«ΑΓΑΠΩ ΤΑ ΓΡΕΒΕΝΑ»

Πώς τα αγαπάς όταν και ψωνίζεις σε άλλη πόλη! Ήρθανε στην πόλη οι οχτροί και δεν δρασκέλισε κάποιος, ή κάποια, ντόπια καταστήματα. Τα Γρεβενά πνέουν τα λοίσθια. Κάτι πρέπει να γίνει! Διαφορετικά, θα παραμείνουμε κτηνοτρόφοι ελευθέρας βοσκής!

Δείτε ακόμα