Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

center

Euromedica

euromedica ygeia

H ΣYMMETOXH ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ

Σήμερα η εμπιστοσύνη που έχουν οι πολίτες στους πολιτικούς ότι θα πατάξουν την διαφθορά, είναι περίπου η ίδια με την εμπιστοσύνη που δείχνουν σε ένα λύκο να φυλάει τα πρόβατα. Και δικαιολογημένα.

Η πολιτική διαφθορά όχι μόνο δεν δείχνει σημεία ότι τίθεται υπό έλεγχο, αλλά συνεχίζει να εξαπλώνεται, συχνά υπό την ανοχή και συγκάλυψη κυβερνήσεων, πολιτικών κομμάτων, της δικαιοσύνης και των ΜΜΕ. Είναι μια θλιβερή κατάσταση όπου με ελάχιστες εξαιρέσεις, η πλειονότητα πολιτικών αναμειγμένοι σε σκάνδαλα συνεχίζουν να παραμένουν ατιμώρητοι και να κυκλοφορούν ελεύθερα.

Σύμφωνα με στοιχεία έκθεσης του 2016 από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα χρήματα που πάνε μόνο σε δωροδοκίες κάθε χρόνο εγγίζουν τα 2 τρισεκατομμυρία δολλάρια! Είναι ένα εξωπραγματικό ποσό που θα ήταν ακόμη πολύ υψηλότερο αν συμπεριληφθεί επίσης το οικονομικό κόστος των άλλων μορφών διαφθοράς όπως ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, απάτη, κλπ. Σήμερα εκτιμάται ότι το μέγεθος των δωροδοκιών είναι πολύ μεγαλύτερο, ειδικά με τις ατασθαλίες που έγιναν κατά την διάρκεια της πανδημίας.
Αυτό που βλέπομε πλέον είναι καθαρά μία από τις μεγαλύτερες ληστείες σε βάρος των πολιτών, καθώς τα τρισεκατομμύρια που μπαίνουν στις τσέπες διεφθαρμένων πολιτικών κάθε χρόνο, μπορούσαν να πάνε στον εθνικό προϋπολογισμό και να χρησιμοποιηθούν σε κονδύλια που προορίζονται για ανάπτυξη και κοινωφελή για τους πολίτες προγράμματα.

Όμως, δεν είναι μόνο η κλοπή τρισεκατομμυρίων σε βάρος των πολιτών. Η διαφθορά έχει ένα πολύ πιο ευρύ φάσμα διαβρωτικών επιπτώσεων καθώς υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, στρεβλώνει τις αγορές, διαβρώνει την ποιότητα ζωής και επιτρέπει την άνθηση του οργανωμένου εγκλήματος. Η διαφθορά προξενεί δυσλειτουργία του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα και όταν διαποτίζει το δικαστικό σύστημα, οι πολίτες δεν μπορούν πλέον να βασίζονται σε εισαγγελείς και δικαστές να πράττουν σωστά το καθήκον τους. Τα διαβρωτικά αποτελέσματα της διαφθοράς τα βλέπομε συχνά και σε δημόσια έργα υποδομών. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου γέφυρες, δρόμοι και κτίρια κατέρρευσαν, γιατί οι εταιρείες που πλήρωσαν μίζες για να αναλάβουν τα έργα, χρησιμοποίησαν φθηνά υλικά ή παράκαμψαν νόμους.
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η διαφθορά αποτελεί μία μάστιγα με τεράστιες καταστρεπτικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που θα συνεχίσει να υπάρχει στο μέλλον, εκτός εάν οι κυβερνήσεις μπορέσουν να βρουν αποτελεσματικούς τρόπους για την καταπολέμηση της. Η ειρωνία είναι ότι ήδη υπάρχουν μηχανισμοί και διεθνείς νόμοι για την πάταξη της διαφθοράς και για τα δικαιώματα των πολιτών να συμμετέχουν στην καταπολέμηση της. Το πρόβλημα είναι ότι αρκετά κράτη όπως η Ελλάδα, καθυστερούν εσκεμμένα τους εφαρμόσουν.
Η απογοήτευση και η οργή που αισθάνονται οι πολίτες, έχει οδηγήσει πολλούς στην απάθεια και αδιαφορία καθώς αποδέχονται πλέον την διαφθορά σαν αναγκαίο κακό. Ομως, η απάθεια και η αδιαφορία των πολιτών το μόνο που επιτυγχάνει είναι να ενθαρύνει περισσότερο την διαφθορά. Οταν οι πολίτες αποτυγχάνουν να ζητήσουν ευθύνες από τους δημόσιους λειτουργούς, η διαφθορά εξαπλώνεται περισσότερο μαζί με την ατιμωρησία αυτών που εμπλέκονται σε διαφθορές.
Αν πράγματι θέλομε να πολεμήσομε την διαφθορά, η ενεργή συμμετοχή των πολιτών είναι αναγκαία και επιβεβλημένη, ειδικά όταν γνωρίζουν ότι έχουν το νόμιμο δικαίωμα να συμμετέχουν σε αποφάσεις που επηρεάζουν τη δημόσια ευημερία. Τα Ηνωμένα Εθνη, η Ευρωπαική Ενωση και άλλοι διεθνείς οργανισμοί έχουν ήδη νόμους και διεθνείς συνθήκες για την καταπολέμηση της διαφθοράς, που τονίζουν την σημασία της συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων, την πρόσβαση στις πληροφορίες του δημοσίου τομέα, την νομική προστασία των πολιτών και πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Η Ελλάδα και οι χώρες που είναι μέλη, είναι υποχρεωμένες να τους εφαρμόσουν σε εθνικό επίπεδο.
Για παράδειγμα, το άρθρο 10 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς (UNCAC) απαιτεί από τα κράτη να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας στη δημόσια διοίκηση, και την θέσπιση διαδικασιών ή κανονισμών που επιτρέπουν στους πολίτες να λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της δημόσιας διοίκησης. Επίσης το άρθρο 13 UNCAC περί συμμετοχής της Κοινωνίας, απαιτεί κάθε Κράτος να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, να προωθεί την ενεργό συμμετοχή πολιτών και μη κυβερνητικών οργανώσεων για την πρόληψη και την καταπολέμηση της διαφθοράς και να λάβει μέτρα για την προώθηση της συμβολής των στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και την διασφάλιση της αποτελεσματικής πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες.

Ήδη, πολλές χώρες έχουν καθιερώσει υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης που επιτρέπουν τη χρήση τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών σε σχέση με κυβερνητικές λειτουργίες και διαδικασίες, με σκοπό την αύξηση της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας και της συμμετοχής των πολιτών. Μάλιστα σε ορισμένες χώρες, η αναγνώριση της σημασίας της συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων αντικατοπτρίζεται στη νομοθεσία, με νόμους που ψήφισαν που απαιτούν την συμμετοχή των πολιτών σε διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων.
Οι Ελληνες πολίτες δικαιούνται καλύτερη μεταχείριση από τα πολιτικά κόμματα που για χρόνια είναι υπεύθυνα για την διαφθορά που επικρατεί στην Ελλάδα, που συχνά βρίσκεται στην κορυφή σαν η πιο διεφθαρμένη χώρα στην Ευρωπαική Ενωση.

Ομως οι πολίτες θα πρέπει επίσης να ενεργοποιηθούν άμεσα κυρίως σε τοπικά επίπεδα δήμων και κοινοτήτων, όπου είναι ευκολότερο να εξασκήσουν πίεση στους πολιτικούς και να συμμετέχουν στη λήψη δημοσίων αποφάσεων που σχετίζονται με την κοινότητα που ζουν. Αποφάσεις που αφορούν την δημόσια ευημερία δεν ανήκει μόνο στους κυβερνώντες αλλά και στους πολίτες.

Διακυβέρνηση πολιτών και κρατικών ή τοπικών διοικήσεων σε θέματα δημόσιας ευημερίας είναι η πιο αποτελεσματική λύση για την καταπολέμηση της διαφθοράς και την διασφάλιση της διαφάνειας.

Δρ. Νικόλαος Α. Στεργιούλας
Διεθνής οικονομολόγος. Έχει διατελέσει σύμβουλος σε δημόσιες υπηρεσίες και επιχειρήσεις στις ΗΠΑ και άλλες χώρες. Στο παρελθόν είχε εργασθεί στο Αμερικανικό Κογκρέσο και διετέλεσε ανώτατο στέλεχος του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ.