30

συμπλευση

Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

Euromedica

euromedica ygeia

Από περιέργεια…               

                                       Γράφει ο Βαγγέλης Μπάκας                                              

            Η περιέργεια των περαστικών είναι αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο. Αν γίνει κάποια φασαρία, μια αφύσικη συγκέντρωση ανθρώπων, ένα τρακάρισμα κλπ, μελίσσι οι περίεργοι. Ενώ η αγανάκτηση των αστυνομικών οργάνων για την παρεμπόδιση του έργου τους συνηθισμένη. Να η κλισέ παρότρυνση για απομάκρυνση των περίεργων:

«Σας παρακαλώ κύριοι! Κάντε στην άκρη να κάνουμε την δουλειά μας! Γιατί μαζευτήκατε όλοι εδώ πέρα!…».

«Από περιέργεια…» λέει κάποιος και τους καλύπτει όλους.

 Ακόμα κι ο παπατζής μαζεύει κόσμο γύρω του. Κι ενώ τους διώχνει για να μη γίνει στόχος η παράνομη δραστηριότητα και τον κάνουν τσακωτό, εκείνοι συνεχίζουν να παρακολουθούν το περίεργο αυτό παιχνίδι. Γιατί; Μα το είπαμε! Από περιέργεια! Κι αφού έχουν λάβει, έστω και νοερά, μέρος στο παιχνίδι είναι περίεργοι να μάθουν εάν έχουν προβλέψει σωστά τον παπά… Όχι τον ιερωμένο φυσικά!

Η περιέργεια όμως η οποία δεν έχει προηγούμενο, ίσως κι επόμενο, είναι αυτή η οποία συνέβη στην είσοδο της πόλης των Γρεβενών εδώ και κάποια χρόνια.

            Στο γνωστό τρίγωνο των Βερμούδων… της γνωστής ανατολικής εισόδου της πόλης, τα γνωστά όργανα της τροχαίας στέλνανε δεξιά τους άγνωστους οδηγούς των οχημάτων για να ασχοληθούν με τον γνωστό έλεγχο.

            Το μενού της εβδομάδας ήτανε το αλκοτέστ! Και φυσικά, για να ακριβολογώ, οι οδηγοί οι οποίοι οδηγούσαν υπό την επήρεια του αλκοόλ θα έτρωγαν… τη γνωστή κλήση σε κάποια κόλλα χαρτί. Λες και ήτανε φαρσαλινός χαλβάς!… Και εάν νομίζει κάποιος πως το τρίγωνο αυτό δεν έχει να κάνει με τις βερμούδες-παντελόνια, κάνει μεγάλο λάθος. Κι αυτό έπαιξε! Τρεις από τους οδηγούς φορούσανε βερμούδες.

Η κυρία Έλλη, η πανέμορφη τροχονόμος, τους σημάδευε με το ειδικό πιστόλι (τύπου σεσουάρ…) και τους έστελνε στην άκρη για τα περαιτέρω. Άδεια, δίπλωμα, ασφάλεια κλπ.

Να οι πρώτοι περίεργοι περιπατητές ανατολικά της Εδέμ! Κοντοστάθηκαν για να για διασκεδάσουν την αγωνία των παραβατών.

            «Παρακαλώ πολύ κύριε! Παρκάρετε στην άκρη δεξιά για το γνωστό τεστ…» είπε η τροχονόμος κυρία Έλλη σε κάποιον οδηγό, ο οποίος φάνηκε να δυσανασχετεί, αν και η προτροπή ήταν ευγενέστατη.

            «Είμαι εντάξει. Χθες το έκανα και το έβγαλα χωρίς κανένα πρόβλημα…».

            «Ποιο κάνατε κύριε; Δεν σας καταλαβαίνω…».

            «Το τεστ κοπώσεως…».

            «Για αλκοτέστ μιλάμε… Φυσήξτε σας παρακαλώ και αφήστε το πνεύμα κατά μέρος! Μααάλιστα! Οκέι…».

            «Μου το έχει απαγορέψει ο γιατρός το ποτό, κυρία τροχονόμος, αλλιώς…».

            «Δε βλέπω καμιά γνωμάτευση στο μέτωπό σας: Άδεια, δίπλωμα κλπ;».

            «Ορίστε…».

Όλα καλά. Κι όσοι ήταν εντάξει αποχωρούσαν χαρούμενοι πλέον και μάλιστα με την κατευόδωση των οργάνων της τροχαίας για καλό τους ταξίδι. Οι οδηγοί όμως οι οποίοι ήτανε παραβάτες μουρμουρίζανε κάτι ακατάληπτες, έως χυδαίες, βρισιές.

            Κάποιος οδηγός, υποψήφιος για το βιβλίο Γκίνες… όσο που στεκότανε όρθιος από το μεθύσι! Και μόλις έφτασε δίπλα στην κυρία τροχονόμο περίμενε με το στόμα ανοιχτό, λες και θα κοινωνούσε! Φυσικά το αλκοτέστ ήταν περιττό, αφού τρέκλιζε ο άνθρωπος, αλλά του το έκανε για τυπικούς λόγους. Πείτε το από περιέργεια… Ήθελε να δει το βαθμό της μέθης! Με το που ακούμπησε ο παραβάτης το στόμα στο στόμιο, αποστόμωσε τους πάντες! Όλα κόκκινα!…

            Η κυρία Έλλη έβγαλε το μπλοκ για να γράψει τα στοιχεία του λέγοντας:

            «Λέγεστε παρακαλώ!…».

            «Τι λελέγομαι…».

            «Πώς σας λένε κύριέ μου! Ελληνικά μιλάω…».

            «Σου Σου… Σούλα με λένε… Εσένα;…».

            «Υπάρχει τέτοιο ανδρικό όνομα;».

            «Πρώτη φοφορά το το ακοκούς; Ζησούλα… Σου Σούλα…». Εγωγώ είμαι ο Ζηζησούλας με το το όνομα…».

            «Ποιο όνομα κύριέ μου, που είστε εντελώς αστοιχείωτος!…».

            «Θα με πειπείς το όνομά σου ή θα φυφύγω!…».

            «Έλλη… με λένε, και δεν έχετε να πάτε πουθενά!».

            «Τότε… θεθέλεις σκο…σκότωμα!…».

            Η τροχονόμος κάλεσε τον αστυνόμο που ασχολούνταν με το ίδιο αντικείμενο στο αντίθετο ρεύμα, για να επιληφθεί μιας τόσο ακραίας περίπτωσης. Κυρίως να την προστατέψει και από τη φονική προαναγγελθείσα απειλή:

            «Κύριε προϊστάμενε, ο κύριος είναι μεθυσμένος και με απειλεί με φόνο!…

            Κι ο κύριος αρχιφύλακας, απευθυνόμενος στον παραβάτη, του λέει:

            «Απειλήσατε την κυρία με φόνο!…».

            «Οόχι εγώ! Το τρα… τραγούδι!… Δε λέει πως η Έλλη θέλει σκοκότωμα!…».

            «Αυτό καλά κάνει, εσείς τι έχετε να μας πείτε για την παράβαση, που οδηγείτε τύφλα στο μεθύσι! Μήπως είστε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης;…».

            «Όοοοχι!… Σούλα με λένε… Είμαι σισίγουρος! Το γράφει η ταυτατότητα…».

            «Δεν το πιστεύω! Για δώστε μου την ταυτότητά σας;».

«Δε… δεν έχω…».

«Την άδεια κυκλοφορίας…».

            «Δδδ… δεν έχω…».

            «Το δίπλωμα!…».

            «Δδδ… δεν έχω…».

            «Περάσατε ΚΤΕΟ;».

            «Πεπέρασα, αλλά με βρήκαν πολύ χοχοληστερίνη… Για αλκοόλ δε γραγράφει τίποτα το χαχαρτί. Να! εδώ το το έχω…» και έβγαλε τις εξετάσεις αίματος.

            «Αυτό το ΚΤΕΚΤΈΟ… είναι για σας κύριε! Που να σας πάρει η ευχή, μπερδέψατε κι εμένα. Περάσατε ΚΤΕΟ μόνο το κορμί σας. Εγώ θέλω το ΚΤΕΟ του αμαξιού! Καταλάβατε;… Ασφάλεια;».

            «Είσαι της Ασ… Ασ… Ασφαλείας;…».

            «Της Τροχαίας είμαι…».

            «Το τότε να ’ρθει η κυκυρία τρο…τροχαία… να με παπάρει τα στοιχεία».

            «Άσε τα παπάρια και δώσ’ μου την ασφάλεια του αμαξιού! Μη τα πάρω!…».

            «Δδδεν έχω…».

            «Δεν έχεις ασφάλεια! Δεν έχεις τίποτα μαζί σου και οδηγείς μεθυσμένος!…».

            «Εγώ μεμεθυσμένος… Εγώ έχω να να πιω… Με πιαπιάνεις; Έχω να να πιω από τις τττρεις η ώρα το μεμεσημέρι… κλουκ…».

            «Μα η ώρα τώρα είναι τρεις και τέταρτο! Οδηγώντας πίνατε; Το ξέρετε πως για τις παραβάσεις σας αυτές θα σας κλείσουμε μέσα και θα σας κατασχέσουμε και το αμάξι!… Πώς κυκλοφορείτε!…».

            «Με τα ποπόδια…».

            «Και πού είναι το αυτοκίνητό σας!…»

            «Δδδ… δεν έχω…».

            «Τι!!!… δεν έχετε αυτοκίνητο!!!… Και τι ήρθατε να κάνετε εδώ χάμω;…».

            «Ήρθα από πεπεριέργεια… κλουκ. Είδα που γραγράφατε αυτούς που είναι πιωμένοι και είπα με την ευκαιρία να κακάνω κι εγώ ένα τετέστ για να δω που… πού βρίσκομαι! Με με έπιασες;».

            «Αν δε σε έπιανα θα είχες σωριαστεί χάμω… Ακούμπησε στον τοίχο για να σου κάνω ακόμα ένα τεστ. Εεέτσι μπράβο…». Λες και θα του σφράγιζε δόντι. Κι αν δεν κρατούσε την συσκευή κάπως μακριά, ίσως έδειχνε και τα μπουκάλια που είχε κατεβάσει από το πρωί…

            «Τι λελέει το εργαλείο μαμάστορα;… Πού πού βρίσκομαι;…».

            «Στο δρόμο για το πουπουθενά! Με παρέσυρες πάλι σε σαρδάμ να σε πάρει».

            Ο μεθυσμένος πήγε στο τοιχίο, λίγο πιο πάνω, όπου είχε αφήσει το μπουκάλι με τη ρετσίνα. Και αφού κατέβασε μερικές γουλιές για να στανιάρει επέστρεψε να τακτοποιήσει μια ακόμα εκκρεμότητα. Και μόλις πλησίασε τον κύριο αστυνόμο, του είπε προβληματισμένος:

            «Και δε μου λες κακαπετάνιε; Δεν σε ρωρώτησα; Πωπώς λέγεται αυτή η οδός που οδηγεί στο πουπουθενά!…

«Μακαρία!».

«Να είσαι κακαλά καπετάνιο…».

«Γιατί ρωτάς;…».

«Από πεπεριέργεια…» και χάθηκε στα γέλια.

Δείτε ακόμα