ΛΑΪΟ ΑΡΝΙ Ή ΑΠΟΔΙΟΠΟΜΠΑΙΟΣ ΤΡΑΓΟΣ; (γράφει ο Θεόδωρος Κλωνάρας)
Ο Μήτρος ήταν ξαπλωμένος κάτω από μια γκορτσιά στον αυλαγά του. Βοσκούσε τα πρόβατά του και άκουγε ραδιόφωνο. Είχε την τραγιάσκα του στραβά πάνω στα μάτια του και πότε – πότε έριχνε καμιά ματιά στα ζωντανά-δεν υπήρχε φόβος για ζαράλι, αφού ο αυλαγάς ήταν περιφραγμένος. Καθώς έριχνε κλεφτές ματιές θαύμαζε και το λάϊο αρνί που έπαιζε γύρω γύρω. Η μάνα του το είχε μοναχό-εδώ και καναδυό χρόνια γεννούσε από ένα άλλωστε. Ο Μήτρος το χαίρουνταν που ξεχώριζε από τα άλλα. Αλλά και αυτό διάολος. Απ΄ όλες τις προβατίνες να βυζάξει. “Το έξυπνο αρνί από δυο μάνες τρώει”, σκέφτηκε ο Μήτρος, καθώς το παρατηρούσε να γυροφέρνει μια προβατίνα με τέσσερα αρνιά. Η συγκεκριμένη του γεννούσε κάθε χρόνο πάνω από τρία. Και από γάλα και μαλλί πάντα πρώτη στην παραγωγή. Και μετά που θα παλιώσει και θα την σφάξω θα βγάλω ένα σωρό κρέας, συλλογίστηκε ο Μήτρος. Αυτά σκέφτουνταν και το αυτί του πήρε μία είδηση στο ραδιόφωνο: “ 3,4 δις απλήρωτο ρεύμα στους ώμους των συνεπών”…
-Ε βέβαια, εμείς θα το πληρώσουμε και αυτό, είπε. Στην Ελλάδα ο σωστός, ο κύριος, ο συνεπής τα επωμίζεται όλα. Δεν έχουμε ήθος, φίλε μου. Είδες σωστό άνθρωπο; Από εκεί να βγάλεις τη χασούρα του κουρμπεταρά. Δεν θα γίνουμε ποτέ κράτος… Ξαφνικά άκουσε βήλιαγμα. Το λάϊο αρνί προσπαθούσε να βυζάξει από την πολύτεκνη προβατίνα και αυτή στην προσπάθεια της να το αποφύγει το πάτησε, εξού και το ξεφώνιγμα… Ο Μήτρος σηκώθηκε φουρκισμένος και με την κλούτσα έδωσε καναδυό στην ράχη του άτυχου ζώου-της προβατίνας βέβαια. Πέταξε καναδυό βρισιές μέσα από τα δόντια του, περιεργάστηκε το λάϊο αρνί, το οποίο τώρα σιγοπλησίαζε άλλη προβατίνα. Φουρκισμένος ξαναξάπλωσε, έριξε την τραγιάσκα του στα μάτια και μονολόγησε:
– Πού να γίνουμε λαός,φίλε μου, εμείς…
Από ψηλά ένα φυλλαράκι, ξεκόλλησε από το δέντρο και μετά από ένα ελικοειδές πέταγμα κατέληξε στα χείλια του Μήτρου. Αυτός τινάχτηκε ψηλά νομίζοντας ότι ήταν κάποιο ζούζουλο…
-Και συ κόψιμο που θες, είπε, σάμα και φέτος έχ΄ς κάνα γκόρτσο;
Ξεκόλλησε το φύλλο, κοίταξε ψηλά και του ήρθε νουή. Κοίταξε το φύλλο, το δέντρο με τον παχύ ίσκιο,το λάϊο αρνί που τώρα βύζαινε από άλλη προβατίνα, την πολύτεκνη προβατίνα και ένα δάκρυ κίνησε στο ροδαλό του μάλουγο (ναι, ναι στο μάλουγο). Έξυσε το κεφάλι του, έφτυσε και είπε : -Ούτε το λάϊο αρνί πληρώνει τη Δ.Ε.Η…
Υ.Γ. Η αφορμή για το άρθρο είναι αληθινή, η ιστορία φανταστική.


