Η μέθη του 1940
Όταν οι Ιταλοί μας κήρυξαν τον πόλεμο το 1940 ο ποιητής μας Παλαμάς πρόσφερε προς εμψύχωση του λαού μας ένα πολύ δυνατό δίστιχο:
” Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλον κανένα
Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του Εικοσιένα”.
Ο λαός μας πράγματι είχε μεθύσει τότε. Το έδειχνε η όλη συμπεριφορά των Αθηναίων, από τις εκδηλώσεις ενθουσιασμού των οποίων…
σώζονται αρκετά κινηματογραφικά και φωτογραφικά στιγμιότυπα, τα οποία ευτυχώς ακόμη προβάλλονται από τους κρατικούς τηλεοπτικούς σταθμούς κατά τις επετείους.
Δεν είναι ο ελληνικός λαός φιλοπόλεμος, όπως κάποιοι αρρωστημένοι διεθνιστές, κολλημένοι σαν στρείδια στο σύστημα και όχι επαναστάτες, επιχειρούν να πείσουν τους νέους μας σήμερα. Οι Έλληνες διαχρονικά υπήρξαν φως, το οποίο επιχείρησαν να μεταλαμπαδεύσουν και στους άλλους λαούς. Όχι πως δεν εμφανίστηκαν ηγέτες φιλόδοξοι στο διάβα των αιώνων. Όχι πως δεν εμφανίστηκαν άλλοι δημαγωγοί και λαοπλάνοι, που οδήγησαν τον λαό μας στην καταστροφή. Όμως το να προβάλλονται μόνο οι σκοτεινές σελίδες της ιστορίας μας είναι νοθεία μεγαλύτερη από το να προβάλλονται μόνο οι ένδοξες, όπως επιχειρούσαν στο παρελθόν οι πατριδοκάπηλοι. Ο μέγας Αλέξανδρος υπήρξε ασφαλώς κατακτητής. Τη φιλοδοξία του για κατακτήσεις δεν την απέκρυβε. Όμως οι απόγονοι των κατακτηθέντων τότε λαών προφέρουν το όνομα Ισκεντέρ με θαυμασμό ακόμη και σήμερα. Πιστεύουν οι εθνομηδενιστές ότι ο χρόνος θα συντελέσει στη μεταβολή των αισθημάτων των λαών απέναντι στον Χίτλερ, τον Μουσολίνι και τον Χιροχίτο;
Ο Έλλην στρατιώτης πολέμησε ηρωικά. Πείνασε, κρύωσε, κρυοπάγησε, τραυματίστηκε, ακρωτηριάστηκε, άφησε την τελευταία του πνοή στα παγωμένα βουνά. Γιατί; Μήπως επειδή δεν γνώριζε να επιλέγει τότε; Επειδή δεν είχε γευθεί τα αγαθά της ειρήνης και είχε εμποτιστεί από ιδεολογήματα φιλοπολεμικά των κυβερνήσεών του, «δημοκρατικών» και δικτατορικών; Μήπως επειδή τα αυστηρά ήθη της παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας δεν επέτρεπαν στους νέους να απολαύσουν τον έρωτα, το γλέντι, τη διασκέδαση; Μήπως οι μεθυσμένοι από το κρασί του 21 πρόγονοί μας του 1940 ήσαν ανέραστοι; Αυτά τα ερωτήματα διαχέονται σήμερα από πλείστους όσους ανερμάτιστους διεθνιστές του κοσμοπολιτισμού ταγμένους, ενσυνείδητα ή εν τη αφελεία τους, στην υπηρεσία της νέας τάξης πραγμάτων, που επιχειρεί την αποδόμηση των θρησκευτικών πίστεων και των πατρίδων προσφέροντας δήθεν εγγυήσεις ειρηνικής συνύπαρξης των μαζανθρώπων που θα προκύψουν, όταν αφανιστούν οι ιδιαιτερότητες που διακρίνουν τους λαούς του πλανήτη μας.
Το μεταλλαγμένο αστικό κράτος μετά την πτώση της επτάχρονης δικτατορίας έπαψε την πατριδοκαπηλεία, από την οποία κατά κόρον επωφελήθηκε κατά τη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο. Πλέον τα αφεντικά δεν ήθελαν να ακούνε για πατρίδα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, που επιχειρήθηκε ύπουλα με αιχμή του δόρατος την οικονομία. Την οικονομία, Συνέλληνες, μέσω της οποίας σήμερα αντιλαμβανόμαστε, όσοι ακόμη μπορούμε και μεθούμε με το κρασί του 21, τον λάκκο που μας ετοίμασαν. Οι διεθνιστές της αριστεράς πανηγύρισαν αυτή τη μεταβολή νοοτροπίας του συστήματος ως ιδεολογική τους νίκη. Μπορεί στην εξουσία να μην πλησίαζαν ή όσοι πλησίαζαν ήσαν υποχρεωμένοι να υποστούν μεταμορφώσεις, που τους καθιστούσαν αγνώριστους, όμως το σύστημα υπήρξε άκρως ανεκτικό και μάλιστα πλουσιοπάροχο σε θέσεις στους νευραλγικούς τομείς της εκπαίδευσης και της ενημέρωσης. Το αστικό κράτος ανέθεσε στην αριστερή διανόηση εργολαβικά την εκθεμελίωση της θρησκευτικής πίστης και της φιλοπατρίας του λαού. Το κεφάλαιο μένει ήσυχο, γιατί δεν χάνει από την κοινωνική αυτή μεταβολή. Οι άλλοτε επαναστάτες είναι πλέον ακίνδυνοι, αφού εκτονώνονται κατά του συστήματος, όπως νομίζουν. Δεν τους ενοχλεί το ότι οι πλουτοκράτες των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης τους προσφέρουν βήμα, για να κατεδαφίσουν. Δεν τους ενοχλεί το ότι το αστικό κράτος τους άφησε να αλώσουν εν πολλοίς το Πανεπιστήμιο και μάλιστα τους στηρίζει στο κατεδαφιστικό τους έργο από το 1974 και μετά. Αυτοί αισθάνονται υπερήφανοι που οι παρελάσεις κατά τις επετείους δεν διαφέρουν πλέον από καρναβαλική φιέστα. Τις πολεμούν με μανία και ασφαλώς θα τις καταργήσουν, αν το σύστημα (η μήπως πιστεύουμε ακόμη ότι ο λαός;) θα τους φέρει στην εξουσία. Αυτοί γοητεύονται από την παντελώς άχρωμη εκπαίδευση και την υποτονικότητα των σχολικών εορτών κατά τις επετείους, καθώς το κρασί του 21 έχει αποσυρθεί. Γοητευτική βρίσκουν την κατάντια μας και πλείστοι όσοι «συντηρητικοί» εκπαιδευτικοί! Τώρα με ομοψυχία προσφέρεται ουΐσκι κατ’ αποκλειστικότητα. Ουΐσκι: Για να μάθουν τα τρυφερά βλαστάρια μας πώς να ετοιμάζουν καφέ, που τινάζει στον αέρα το νευρικό τους σύστημα (μας θυμίζει κάτι η ιαχή «αέρας;). Για να μάθουν ότι μια δωδεκάχρονη τα έχει με τον ηλεκτρολόγο Σάκη που έχει τα διπλάσιά της έτη και έτσι να αρχίσουν οι εκτρώσεις από τα 14 και ο γάμος να τελεστεί, αν τελεστεί, κατά την τέταρτη δεκαετία του βίου. Για να μάθουν αργότερα ότι δεν υπήρξε ποτέ κρασί του 21 και οι πρόγονοί μας ήταν τιποτένιοι γεμάτοι ανθρώπινα πάθη (σειρά του «προοδευτικού» ΣΚΑΙ με εκπροσώπους της «προοδευτικότητας»!). Έτσι και ελάχιστα δείχνουν από το πρόσφατο έπος, το τελευταίο στον ελληνικό χώρο, το προτελευταίο του ελληνισμού (με τελευταίο εκείνο της ΕΟΚΑ). Κυριαρχεί στην κρατική τηλεόραση ως θεματολογία η εθνική αντίσταση (ενώ επιχειρείται η αποδόμηση του έθνους), αν και γιορτάζεται σε άλλη ημερομηνία και εν πολλοίς υπήρξε αντεθνική σε επίπεδο ηγεσιών, όχι λαού, καθώς άλλος το ήθελεν αγγλικόν και άλλος ρούσικον, κατά τον Μακρυγιάννη. Και δεν είναι λίγες οι προβολές ξένων ταινιών με τα ανδραγαθήματα των Άγγλων, ωμών αποικιοκρατών. Βέβαια οι ιδιωτικοί σταθμοί δεν μολύνουν τα προγράμματά τους κατά τις επετείους.
Ο μαθητής δεν θα μάθει ποτέ ότι οι νικητές εμφορούντο από την ίδια ιδεολογία με τους ηττημένους, τον μηδενισμό. Δεν είναι δική μου άποψη. Είναι του Γάλλου διανοούμενου Αλμπέρ Καμύ, ο οποίος παρατηρεί ότι στη δίκη της Νυρεμβέργης δεν εθίγη ουδόλως η ευθύνη του δυτικού μηδενισμού (των μηδενιστών της Δύσης ορθότερο) και ότι οι δικαστές δίκασαν απλώς τις πιο κραυγαλέες στην επιφάνεια του πλανήτη πράξεις.
Τα παιδιά μας μπροστά στα ποικίλα αδιέξοδα ανατρέφονται χωρίς αντισώματα ήθους και με θλιβερή την πενία σε ιδανικά, πέρα από την πενία στη γλώσσα, καθώς η παιδεία μας έχει καταρρεύσει σε άκρως χρησιμοθηρική εκπαίδευση προς απόκτηση τίτλου. Αλλά ο τίτλος είναι εν πολλοίς πληθωριστικός, όπως τα χαρτονομίσματα της κατοχής, στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς, με την οποία πολλοί «προοδευτικοί» και «επαναστάτες» συμβιβάζονται, ενώ τα πυρά τους εξακολουθούν να στρέφονται κατά της πίστεως («Χυτήριο») και της πατρίδος, τώρα μάλιστα, που τον πατριωτισμό φαίνεται να μονοπωλεί η «Χρυσή αυγή» ή η «σκοτεινή νύχτα», κατά γραφέν από μητροπολίτη. Σκοτεινά κέντρα ετοιμάζουν για μία ακόμη φορά προϋποθέσεις εμφυλίου και εμείς καλλιεργούμε αυτό το έδαφος με λίπασμα την κληρονομική ασθένεια της διχόνοιας.
Πού να βρούμε το καταχωνιασμένο κρασί του 21, για να ξαναμεθύσουμε; Αυτά που μας προσφέρουν είναι νερωμένα, το ένα χειρότερο απ’ το άλλο, ώστε να ισχύουν πλέον οι στίχοι του Πολέμη:
«Καταραμένε κάπελα και κλέφτη ταβερνιάρη,
τί το νερώνεις το κρασί, και πίνω απ᾿ το ξανθό,
και πίνω κι᾿ απ᾿ το κόκκινο κι᾿ από το γιοματάρι
κι᾿ από το σώσμα το τραχύ, πίνω και δε μεθώ;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»