Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

Euromedica

euromedica ygeia

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΛΑΧΟΙ;

Καταγωγή
Έχουν γραφεί και έχουν διατυπωθεί πάρα πολλές απόψεις για την ταυτότητα και την προέλευση των βλάχων. Τα ιστορικά στοιχεία είναι λιγοστά κατά γενική ομολογία ώστε να παγιωθεί και να ισχυροποιηθεί μια συγκεκριμένη αντίληψη. Σκοπός μας είναι να παραθέσουμε τις κυριότερες χωρίς να εισέλθουμε σε περισσότερες λεπτομέρειες καθώς αυτές αφορούν …

την ιστορική έρευνα. Οι κυριότερες απόψεις καταγωγής των βλάχων είναι:
α) Από Ρωμαίους κτηνοτρόφους και στρατιωτικούς αποίκους που έπαιρναν σαν πληρωμή για τις υπηρεσίες τους γεωργική γή.
β) Είναι Δακορουμάνικο παρακλάδι
γ) Είναι απόγονοι του αρχαίου θράκικου λαού των Βησσών ή υλλιρικό φύλο
δ) Είναι αυτόχθονοι Έλληνες γλωσσικώς εκλατινισμένοι από τους Ρωμαίους προκειμένου να τελούν ως οροφύλακες των συνόρων της Αυτοκρατορίας ή να υπηρετούν ως μισθοφόροι στις τάξεις των λεγεώνων.Εξάλου όπως αναφέρουν ιστορικές πηγές μετά την κατάληψη του Ελλαδικού χώρου οι Ρωμαίοι έχοντας θαυμαζό στον πολυδύναμο μακεδονικό στρατό άρχισαν να στρατολογούν γηγενείς μισθοφόρους  και να υιοθετούν το θεσμό  των κλεισουροφυλάκων στους οδικούς άξονες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας

Προεύλευση της λέξης “Βλάχος”
Και εδώ η ιστορική εύρευνα δεν έχει φτάσει σε ένα γενικώς αποδεκτό συμπέρασμα. Η ονομασία βλάχος είναι ασαφής με γενικό κανόνα να σημαίνει τον λατινόφωνο. Κύριες απόψεις όσων αφορά την ετυμολογία του όρου  είναι:
α) Από την παλαιοσλαβική λέξη vlah που σημαίνει ξένος,αλλοεθνής,μη Σέρβος αλλα λατινόφωνος.
β) Από την Γερμανική λέξη Walechen που επίσης σημαίνει ξένο, μη Γερμανό αλλα λατινόφωνο.
γ) Από τον αιγυπτιακό όρο “φελάχ”=αγρότης , αυτός που ασχολείται με γεωργικές εργασίες.
δ) Είναι εξέλιξη της λέξης Βληχή (δωρικά βλαχά)=βέλασμα
ε) Προέρχεται από την λέξη Volcae κέλτικη φυλή η οποία συνόρευε με τα γερμανικά φύλλα και με αυτό το όνομα οι Γερμανοί αποκαλούσαν οποιονδήποτε λατινόφωνο
ζ) Από την συνένωση των λέξεων Βάλε=κοιλάδα και aqua=νερό δείγμα της ενασχόλησης των βλάχων με την κτηνοτροφία και την φροντίδα των ζώων.
η)Από το λατινικό villicus που ήταν για τους Ρωμαίους ο αγρότης.

Άλλες ονομασίες για τους βλάχους :
α) Κουτσόβλαχος: είναι η ελληνική απόδοση του τούρκικου Κιουτσούκ Βαλάχ= Μικρόβλαχοι κάτοικοι δηλαδή της Μικρής Βλαχίας. Έτσι ονομαζόταν η Αιτωλοακαρνανία κατά την εποχή του Βυζαντίου.Εν αντιθέση με τους Μπουγιούκ Βαλάχ= Μεγαλόβλαχοι, κάτοικοι δηλαδή της Μεγάλης Βλαχίας όπως ονομαζόταν η περιοχή της Θεσσαλίας.
β) Τσίντσαροι: βλάχοι Σερβίας-Σκοπίων. Η ονομασία εικάζεται πως προέρχεται από το λατινικό quinquarius (πέντε=quinque στην λατινική-τσιντσι στα βλάχικα) κατάλοιπο της πέμπτης Ρωμαικής λεγεώνας των παλεμάχων Μακεδόνων.
γ) Πριτσόβλαχοι από την λέξη πριτζιά = δυσοσμία που αναδύουν τα ρούχα όσων ασχολούνται με κτηνοτροφικές εργασίες.

Οι Βλάχοι της Ελλάδας δεν αυτοαποκαλούνται με αυτό το όνομα (βλάχοι) στη γλώσσα τους, αλλά με το Αρμάνοι, λέξη που παράγεται από το Romanus (Ρωμαίος Πολίτης):Αρμάνου [Armanu<Ar(o)manu(s)<α+Romanus] Η ονομασία αυτή σχετίζεται με το διάταγμα του Καρακάλα (Edictum Antoninianum), 212 μ.Χ., με το οποίο γενικεύτηκε το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους των Ρωμαϊκών επαρχιών (Romanus cives).

Πρώτη γραπτή αναφορά στο όνομα βλάχος γίνεται από τον Γεώργιο Κεδρινό το 976 μ.Χ. ο οποίος έγραψε πως ο αδελφός του μετειτα Βούλγαρου αυτοκράτορα Σαμουήλ σκοτώθηκε το 976 από “οδίτες Βλάχους” μεταξύ Καστοριάς και Πρεσπών .”τούτων δε των τεσσάρων αδελφών Δαβίδ μεν ευθής απεβιώ αναιρεθέίς μέσον Καστοριάς και Πρέσπας κατά τας λεγόμενας Καλάς Δρύς παρά τινών Βλάχων οδιτών”.
Ο ιστορικός Θεοφύλακτος Σιμοκράττης αναφέρει το εξής περιστατικό που έγινε κατά την εκστρατεία των βυζαντινών στρατευμάτων κατά των Αβάρων στη Θράκη (579-582 μ.Χ.) “τη πατρώα φωνή … τόρνα, τόρνα, φράτερ και ο μεν κύριος τoυ ημιόνοu την φωνήν ουκ ήσθετο οι δε λαοί ακούσαντες και τους πολεμίους επιστηναι αυτοίς υπονοήσαντες, εις φυγήν ετραπησαν, τόρνα τόρνα μεγίσταις φωνές ανακράζοντες … ” Κατα την εκστρατεία και ενώ ένα άλογο βάδιζε το φορτίο έγερνε από τη μία μεριά και κινδύνευε να πέσει, τότε ένας άλλος στρατιώτης που ακολουθούσε φώναξε στον οδηγό του αλόγου “τόρνα, τόρνα, φράτερ” (γέρνει-γέρνει αδελφέ ή γύρνα-γύρνα αδελφέ [προκειμένου να μην πέσει το φορτίο του ζώου])
Ο Κεκαυμένος στο “Στρατηγικόν” του περιέγραψε πολεμοχαρείς Βλάχους γύρω από τα Τρίκαλα και τη Λάρισσα “Ουδέποτε εφύλαξε πίστιν [το γένος των Βλάχων] πρός τινα ουδέ προς τους αρχαιοτέρους βασιλείς των Ρωμαίων. Πολεμηθέντες παρά τoυ βασιλέως Tραΐανoύ και παντελώς εκτριβέντες, εάλωσαν … ούτοι γαρ εισίν οι λεγόμενοι Δάκαι και Βέσοι ώκουν δε πρότερον πλησίον του Δανουβίου ποταμού και του Σάου, … ένθα νυν Σέρβοι αρτίως οικουσιν, εν οχυροίς και δυσβάτoις τόποις. Τούτοις θαρρούντες υπεκρίνοντο αγάπην και δούλωσιν προς τους αρχαιοτέρους των Ρωμαίων βασιλείς και εξερχόμενοι των οχυρωμάτων ελεΐζοντο τας χώρας των Ρωμαίων όθεν αγανακτήσαντες κατ’ αυτών, ως είρηται, διέφθεφαν αυτούς οι και εξελθόντες των εκείσε διεσπάρησαν εν πάση τη Ηπείρω και Μακεδονία, οι δε πλείονες αυτών ώκησαν την Ελλάδα … ” (Κεκαυμένος, έζησε τον ΙΑ’ αιώνα).
Η Αννα Κομνηνή αναφέρεται εκτεταμένα στους Βλάχους της Θεσσαλίας, των οποίων ο έγκριτος Πουδίλος έτρεξε νύχτα και ειδοποίησε τον Αλέξιο Κομνηνό πως οι Κουμάνοι πέρασαν το Δούναβη.”Και τοις μέρεσι της Λαρίσσης εγγίσας και διελθών δια του βoυνού των Κελλίων και την δημοσίαν λεωφόρον δεξιόθεν καταλιπών και τον βουνόν τον ουτωσί εγχωρίως καλούμενον Κίσσαβον, κατήλθεν εις Εζεάν, χωρίον δε τούτον Βλάχικόν της Ανδρωνείας έγγιστα διακεμενον…. ” (Άννα Κομνηνη, γ: 1083 – θ: μετά το 1148).

Βλάχικη Γλώσσα
Η βλάχικη γλώσσα έχει σαφή λατινογενή προέλευση. Ανήκει στην στον κλάδο των Ρωμάνικων Γλωσσών , των ιδωματικών μορφών που παρήχθησαν από την Λατινική μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ανήκει στην οικογένεια των Ανατολικών Ρωμανικών γλωσσών, στη γλωσσική ομάδα των Βαλκανικών Ρωμανικών που ανήκουν επίσης οι βόριες διαλέκτοι της Δακορουμανικής (από όπου διαμορφώθηκαν τα σημερινά Ρουμάνικα) και της Ιστρορουμάνικης και η νότια δίαλεκτος της Μεγλενορωμανικής Στις χώρες που κατέκτησαν οι Ρωμαίοι εξελίχθηκε η δημώδη μορφή της Λατινικής και όχι η λόγια που ομιλούνταν στην Ρώμη από Συγκλητικούς, ποιητές, λόγιους κ.α Η βλάχικη επομένως μπορούμε να πούμε οτι είναι η εξέλιξη της τραχειάς μορφής της λατινικής που χρησιμοποιούσε ο Ρωμαϊκός Στρατός.

Η βλάχικη ως επι το πλέιστον παραμένει προφορική. Απόπειρες να γραφεί έχουν γίνει αρκετές κάνοντας χρήση είτε του λατινικού είτε του ελληνικού αλφαβήτου αυτές όμως από λόγιους, γλωσσολόγους και λεξικογράφους.
Ενδεικτικά:
Ο λόγιος Θεόδωρος Αναστασίου Καββαλιώτης εξέδωσε το 1770 στη Βενετία την “Πρωτοπειρία”, ένα εγχειρίδιο με προσευχές, γνωμικά, διηγήματα και καταχωριμένες 1170 λέξεις σε τρείς κάθετες στήλες στην νεοελληνική, βλάχικη και αλβανική.
Το 1802 ο Δανιήλ Μοσχοπολίτης εκδίδει την “Εισαγωγική Διδασκαλία”, ένα τετράγλωσσο λεξικό της ελληνικής, της εν Μοισία βλάχικης, της βουλγαρικής και της αλβανιτικής.

Στους  σύγχρονους καιρούς :
Νικολαϊδης, Κων/νος, 1909, Ετυμολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης.
Κολτσίδας Αντώνιος, 1978, Γραμματική και λεξικό της Κουτσοβλαχικής διαλέκτου.
Κατσάνης Ν., Κ. Ντίνας, 1990, Γραμματική της κοινής Κουτσοβλαχικής.
Το Ετυμολογικόν  Λεξικό της Κουτσοβλάχικης Γλώσσης του Κ.Νικολαΐδη (1909) περιλαμβάνει 6.657 λέξεις εκ των οποίων οι 3.560 έχουν ελληνική προέλευση, 2.605 λατινική, 185 σλάβικη, 150 αλβανική και οι υπόλοιπες 157 άγνωστη. Μάλιστα σε πολλές από τις ελληνογενείς λέξεις η ετυμολογία ανάγεται στους πρωτοαρχαιοελληνικούς και ομηρικούς χρόνους. Στην  Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης  (Ανέμη) μπορεί κανείς να δεί ολόκληρο το Ετυμολογικόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη.

 

Γραπτές Αναφορές

Το αρχαιότερο δέιγμα βλαχικου γραπτού λόγου είναι η επιγραφή του Νεκταρίου Τέρπου σε ξύλινη εικόνα του 1731 που ανακαλύφθηκε το 1950, η οποία προέρχεται από την εκκλησία της Παναγίας του χωριού Αρδενίτσα στην πεδιάδα της Μουζακιάς στην Αλβανία. Η εικόνα δείχνει τη Παναγία βρεφοκρατούσα και γράφει με ελληνική γραφή «Βίργιρε Μούμα-λ τουμνεζί ώρε τρέ νόϊ πεκετόσσλοιι» (Παρθένος η μητέρα του Θεού δεήσου και για εμάς τους αμαρτωλούς.)
Άλλη επιγραφή γραμμένη στη βλάχικη γλώσσα υπάρχει σε μοναστήρτι του χωριού Κλεινοβός Τρικάλων από τον ζωγράφο Μιχαήλ Αναγνώστου Δημητρίου από τη Σαμαρίνα με χρονολογία 1789. Οι στίχοι της επιγραφής είναι γραμμένοι σε τρείς γλώσες: Ελληνική (καθαρεύουσα), Απλή (δημοτική) και βλάχικη με ελληνικούς χαρακτήρες :

ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ.
– ΦΟΒΩ ΠΡΟΒΑΙΝΕ ΤΗΝ ΠΥΛΗΝ ΤΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ.
ΤΡΟΜΩ ΛΑΜΒΑΝΕ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ.
ΙΝΑ ΜΗ ΚΑΤΑΦΛΕΧΘΗΣ ΠΥΡΙ ΤΩ ΑΙΩΝΙΩ.

ΑΠΛΟΥΝ
– ΣΚΙΑΖΟΥ Κ΄ ΕΜΠΑΙΝΕ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ.
ΤΡΕΜΕ Κ΄ ΕΠΕΡΝΕ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ.
ΚΟΛΑΣΣΕΣ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑΙΣ ΑΝ ΘΕΛΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΦΥΓΗΣ.

ΒΛΑΧΙΚΟΝ
– ΙΝΤΡΑ ΜΠΑΣΙΑΡΕΚΑ ΚΟΥ ΜΟΥΛΤΑ ΠΑΒΡΙΕ.
ΤΡΙΑΜΠΟΥΡΑ ΛΟΥΝΤΑΛΟΥΪ ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΜΝΙΚΑΤΟΥΡΑ.
ΦΩΚΟΛΟΥ ΑΚΣΙ ΣΗ ΚΟΛΑΣΙΑ ΤΡΑ ΣΚΑΚΗ
Άλλο δείγμα βλάχικου γραπτού λόγου και αυτού γραμμένου με ελληνικούς χαρακτήρες είναι το τετράστιχο του αγγείου Simota των αρχών του 19 αιώνα:
Καιλερύτου αμέου, μπια γίνου κα πι ατέου.
Μούλτου σε νού μπιάε, σε νού τε βεμάη.
Τρά σε νου τζη φάκε ρέου, τρα σε νου τε μπετου έου.
Υναι ουάρε σε μπηάη, συ ακάσε τζη σε βάϊ.

Και η μετάφραση είναι η εξής:
Καλαρρίτη δικέ μου, πιες κρασί σαν δικό σου.
Πολύ μη πιεις, για να μη «ξεράσεις».
Για να μη σου κάνει κακό, για να μην σε μεθύσω εγώ.
Μια φορά να πιείς, θα ‘χεις και για το σπίτι.

 

Δείτε ακόμα