Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

center

Euromedica

euromedica ygeia

Τα προεκλογικά αυθαίρετα…

(γράφει ο Βαγγέλης Μπάκας)

«Την Κυριακή, 15/10/06, έχουμε τις νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές κύριε  Αριστείδη! Τι λες; Να ρίξουμε μια αυθαίρετη πλάκα στην οικοδομή σου! Τώρα είναι η ευκαιρία!».

Αυτή ήταν η πρόταση του Ιππόλυτου Λοβιτούρα, εργολάβου οικοδομών, κι ο  Αριστείδης Τσάκαλος, ιδιοκτήτης της οικοδομής, την αποδέχθηκε μετά χαράς.

Η επιχείρηση ‘‘αυθαίρετου ορόφου’’ έπρεπε να γίνει νύχτα, βιαστικά, και με άκρα μυστικότητα. Πώς όμως; Μπορεί να αδειάσει μια μπετονιέρα με σβηστή την  μηχανή!…

Τα θετικά στην όλη υπόθεση ήταν δυο. Η προεκλογική περίοδος, από τη μια, κατά την οποία υπολειτουργούν, συλλήβδην, όλες οι δημόσιες υπηρεσίες. Κι από την άλλη, η απουσία του κακού γείτονα. Είχε πάει στη Γερμανία για να δει το γιο του.  

Κι αν κάποιος επιθυμεί να μάθει πότε γίνανε όλες οι εκλογές, μεταπολεμικά, δεν έχει παρά να ρωτήσει πότε χτίστηκαν οι εκτός σχεδίου πόλεως οικοδομές στα Τσακάλια Γρεβενών.

Κι αφού το ρίξιμο της πλάκας δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο, να μην τρέμανε κάποια ρουφιανιά!…

Όπως για κάθε παρανομία υπάρχει ο πανούργος δικηγόρος, ο επίορκος γιατρός, ο ιερόσυλος κληρικός, ο διαπλεκόμενος υπάλληλος κλπ, για την περίπτωση των αυθαίρετων οικοδομών υπάρχει ο επιτήδειος εργολάβος.

Ο κύριος Ιππόλυτος Λοβιτούρας, ο οποίος ανέλαβε αυτήν την ‘‘επιχείρηση αστραπή’’, λες και επρόκειτο για κάποια στρατιωτική άσκηση, είχε λάβει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για την απρόσκοπτη αποπεράτωση, με μόνη προδότρια τη βοή της μπετονιέρας.  

Το ραντεβού για την 14/10/06, παραμονή εκλογών και ώρα δεκάτη νυκτερινή, αφορούσε τον ιδιοκτήτη της οικοδομής, τον οδηγό της μπετονιέρας και, φυσικά, τον εργολάβο-μηχανικό με το συνεργείο οικοδομών.

Ο κύριος Ιππόλυτος έκανε χρέη εργοδηγού, σκληρού επιστάτη, τσιλιαδόρου, με κυρίαρχη πίεση αυτή της βιασύνης. Ούτε κουβέντα για κακοτεχνίες κλπ. Αυτές διορθώνονται και την ημέρα, είπε στο προσωπικό του ψιθυριστά, λίγο πριν πέσουν με τα μούτρα στη μάχη. Ακολούθησαν οι σύντομες κι αγχώδεις συμβουλές, οι οποίες θυμίζανε προπονητή μπάσκετ σε τάιμ-άουτ.

Ο κύριος εργολάβος, με τις μεγάλες λαστιχένιες μπότες, λες και ήτανε ψαράς, είχε καθηλωθεί στη μια γωνιά της πλάκας και περίμενε. Η επιλογή αυτής της θέσης δεν ήταν καθόλου τυχαία. Πρώτον, δεν έπρεπε να εμποδίζει. Δεύτερον, έπρεπε να είναι ακίνητος για να μοιάζει με καλουπωμένη κολώνα. Τρίτον, και το κυριότερον, να κρατάει τσίλιες και να συντονίζει τις εργασίες.

Όλα ήταν έτοιμα, και το αόρατο συνεργείο περίμενε με αγωνία τον ερχομό της μπετονιέρας με τα φτυάρια ανά χείρας!

Στις δέκα το βράδυ, ακριβώς, κι ενώ όλα τα οχήματα μουγκρίζανε, καθώς ανεβαίνανε την ανηφόρα για Καλαμπάκα, η μπετονιέρα έβγαλε φλας δεξιά, έκοψε ταχύτητα, και με τρία βιαστικά μπρος πίσω χώθηκε στην πάροδο για το ύποπτο άδειασμα.

Σαν πυροσβέστης σήκωσε ο οδηγός την πούμα με το σωλήνα, και σε λίγο την  γουρούνα την έπιασε κόψιμο… Όλες οι κουβέντες του σκληρού επιστάτη είχαν να κάνουν με τη σβελτάδα και τη σιωπή, γι αυτό και ακουγότανε τόσο σιγά, σαν το πιο αθόρυβο ουρλιαχτό: «Γρήγορα… Γρήγορα… Παίξτε τα χέρια σας…».

Οι μάστορες άρχισαν να απλώνουν το τσιμέντο στη σιδερωμένη πλάκα, τόσο βιαστικά, ενώ μεταξύ τους μοιάζανε παρεξηγημένοι.

Η μόνη η οποία δεν υπάκουγε στις εντολές του κυρίου Λοβιτούρα ήταν η μπετονιέρα. Αν συμμορφωνόταν κι αυτή με την σβελτάδα, έπρεπε να μαρσάρει… και μια παρόμοια ενέργεια θα ήταν άκρως προδοτική.

Από τον πρώτο περίεργο, που κοντοστάθηκε για λίγο, απαλλάχτηκε ο κύριος Τσάκαλος λέγοντάς του πως βγάζανε σπόρο στη μηχανή!… Από τον δεύτερο, πως αδειάζανε το βόθρο! Ενώ από τον τρίτο, κόντεψε να βρει και το μπελά του. Ο τύπος του έδωσε τα προσημειωμένα ψηφοδέλτια λέγοντας: «Θέλω να μου ορκιστείς πως θα με ψηφίσεις οπωσδήποτε για δημοτικό σύμβουλο. Διαφορετικά, θα σε καταγγείλω αυτήν την στιγμή στην αστυνομία!».

Μπορούσε να κάνει αλλιώς ο κύριος παράνομος! Υπάρχει και η ψευδορκία!

Εκείνο όμως το οποίο ανησυχούσε σοβαρά τον κύριο Τσάκαλο δεν ήταν οι αυτόπτες μάρτυρες. Αυτούς είχε τον τρόπο του να τους κάνει καλά, έστω και με μη προσημειωμένα χαρτονομίσματα! Η επαπειλούμενη καταγγελία θα ήταν τηλεφωνική,  κι από αυτό που φοβότανε δε γλίτωσε τελικά.

Είχανε λάβει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, κι όπως συμβαίνει στις μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις είχανε φροντίσει και για την διαφυγή. Η δεύτερη και κρυφή σκάλα, η οποία βρισκότανε πολύ κοντά στο στρατηγείο… του κυρίου Ιππόλυτου θα ήταν σωτήρια, σε περίπτωση που μπουκάρανε οι άνδρες της αστυνομίας.

Να η φοβερή προστακτική! Ενώ όλες οι κουβέντες του επιστάτη-μηχανικού αφορούσαν την βιασύνη, ξαφνικά τους πάγωσε το αίμα ένα: «αλτ ακίνητοι!…».

Όλοι γκρεμοτσακίστηκαν από τη σκάλα διαφυγής και σε δευτερόλεπτα τους κατάπιε το σκοτάδι. Ο μόνος ο οποίος υπάκουσε στο πρόσταγμα του οργάνου της αστυνομίας ήταν ο μηχανικός, εργοδηγός, επιστάτης, παράνομος! Το φοβερότερο ζωντανό ακίνητο του κόσμου!…

Η σύλληψη και το πέρασμα των χειροπεδών έγινε σε μηδέν χρόνο. Εκείνο όμως που ξάφνιασε τους αστυνομικούς ήταν η άρνησή του να τους ακολουθήσει. Κάτι το οποίο τους συνέβη για πρώτη φορά. Ποτέ δεν τους είχε τύχει να αρνηθεί ο συλληφθείς να τους ακολουθήσει, επιβαρύνοντας έτσι πρόσθετα τη θέση του με την κατηγορία της αντίστασης κατά της αρχής! Ο κύριος Λοβιτούρας γιατί να το κάνει;…

Ο θεριακωμένος αστυνομικός τον άρπαξε από τη μέση, και προσπαθώντας να τον σύρει μέχρι τη σκάλα, σαν τσουβάλι, δεν μπόρεσε να τον κουνήσει ρούπι από τη θέση του. Ο εργολάβος είχε μουλαρώσει! Λες και ήταν καρφωμένος στο τσιμέντο. Με την δεύτερη προσπάθεια, και την συνδρομή ενός συναδέλφου του αστυνομικού, για βίαιη προσαγωγή, τον ρίξανε κάτω. Αποτέλεσμα; Το θύμα να σφαδάζει από τον πόνο, ενώ τα ουρλιαχτά του περνούσαν την ποταμιά αεροπορικώς και φτάνανε μέχρι τη νόμιμη πόλη! Ο εργολάβος είχε σπάσει τα πόδια του, και μέχρι να το καταλάβουν τα όργανα της τάξης θα χάσει και τις αισθήσεις!…

Να τι είχε συμβεί! Το μπετόν αμέσου πήξεως ήταν πολύ πιο δυνατό από τους αστυνομικούς. Τον είχε ακινητοποιήσει. Οι μπότες του, που ήταν χωμένες μια πιθαμή μέσα στο τσιμέντο, δεν βγαίνανε με τίποτα. Ούτε και τα πόδια από τις μπότες! Όσο κι αν προσπάθησαν οι αστυνομικοί. Τελικά ο εργολάβος ήταν πιασμένος από τα δυο του  πόδια σαν σε δόκανο! Πώς να τους ακολουθούσε, και μάλιστα αναίσθητος πλέον!

Σε λίγο κάποιο άλλο βαρύ όχημα, της πυροσβεστικής αυτή τη φορά (αφού η  μπετονιέρα είχε κατασχεθεί) σταμάτησε μπροστά στην οικοδομή ουρλιάζοντας, χωρίς φυσικά να πονάει: Γουί… γουί… γουί…

Μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία της κοπής του μπετόν, με κομπρεσέρ, είχανε καταφτάσει και τα τοπικά κανάλια. Προφανώς, κι αυτό έργο του ίδιου καταδότη!

Όταν, επί τέλους, απελευθερώσανε τον κύριο Λοβιτούρα, κόβοντας το μπετόν σαν να αφαιρέσανε από την πλάκα μια τεράστια παχιά βασιλόπιτα, το θύμα έμοιαζε καταπληκτικά με αγαλματίδιο όσκαρ κινηματογράφου σε φυσικό μέγεθος. Η διαφορά ήταν στα χέρια. Το ζωντανό όσκαρ φορούσε χειροπέδες! Στη συνέχεια, κι αφού τον κατεβάσανε κάτω με φορείο, τον πήγαν πρώτα σε κάποιο ειδικό συνεργείο για να του αφαιρέσουν τη βάση… κι από κει στο νοσοκομείο όπου του βάλανε γύψο! Εννοείται  βραδείας πήξεως…  αυτή τη φορά.

Με πόσες προφυλάξεις είχαν ξεκινήσει αυτή την επιχείρηση Αστραπή! Πόσο πρόσεχε ο εργολάβος για να μην γίνει αντιληπτός από τους γείτονες, παριστάνοντας ακόμα και την κολώνα στην άκρη της πλάκας!… Πόσο σιγανά μιλούσε! Και τελικά, δεν γλίτωσε την σύλληψη. Ούτε το ρεζιλίκι, το οποίο ήταν πρωτοφανές στα χρονικά ανάλογων αυθαιρεσιών!

Τα τοπικά κανάλια, σε απ’ ευθείας σύνδεση, τον παρουσιάσανε να ουρλιάζει από τον πόνο. Καλύτερα να μην συνερχότανε ποτέ. Γιατί, μόνο έτσι θα του κόστιζε φθηνότερα το ρεζιλίκι. Τουλάχιστον ηθικά.

Με την εκπνοή του αυτόφωρου θα παρουσιαστεί κι ο Τσάκαλος, ο ιδιοκτήτης, κι όταν θα ανεβεί επάνω στην οικοδομή θα διαπιστώσει, με μεγάλη του ικανοποίηση, πως η πλάκα είχε σχεδόν αποπερατωθεί.

Δεν ήξερε τι είχε προηγηθεί, γιατί όλη τη νύχτα ήταν κρυμμένος μέσα σε κάτι βατσινιές κάτω στο ποτάμι. Μη φαντασθείτε πως καλοπέρασε κι εκεί! Μπορεί να γλίτωσε από τη μανία των ανθρώπων, αλλά όχι κι από τη χαλκομανία των ζώων… Τα πουλιά τον είχανε καταχέσει! Τα ερπετά τον είχανε κατατρομάξει! Αλλά μήπως και από τη χλωρίδα καλοπόρεψε; Ποιος ξέρει για πόσον καιρό ακόμα θα βγάζει παλούκες και ασπράγκαθα από τον πισινό του!

Προχωρώντας επάνω στην πλάκα είδε κάποια τρύπα, σαν κι αυτές που κάνει ο δήμος στους δρόμους, για να κατεβαίνουν οι τεχνικοί στο δίκτυο ύδρευσης, και μονολόγησε:

«Τον αφηρημένο εργολάβο!… Δέκα φορές του είπα να μην ξεχάσει να αφήσει τρύπα για το τζάκι και την ξέχασε. Καλά να πάθει. Ποιος ξέρει πόσο θα παιδεύτηκε για να την ανοίξει με κομπρεσέρ!…».

Κι όταν αργότερα θα μάθει την αλήθεια, τότε θα θυμηθεί και το σοφό ρητό:  «Ουδέν καλόν αμιγές κακού…». Η τρύπα ήταν από την αφαίρεση του αγαλματιδίου κι όχι από το συνεργείο του εργολάβου!

Κατά την επίσκεψη του κυρίου Αριστείδη Τσάκαλου στο νοσοκομείο, για να δει τον εργολάβο, θα του πει μαζί με τα περαστικά:

«Κύριε Ξυπόλυτε! Κι εγώ να δείτε τι έχω πάθει κάτω στις βατσινιές! Γέμισε ο πισινός μου αγκάθια!».

«Ιππόλυτος παρακαλώ! Και συγκρίνεις το βελονισμό με τα σπασμένα πόδια μου! Και δεν μου λες; Ποιος μας κάρφωσε; Έμαθες τίποτα;».

«Ο κακός γείτονας! Αυτός πήρε τηλέφωνο τον ρουφιάνο στη Γερμανία, κι ο δεύτερος ρουφιάνος την αστυνομία στα Γρεβενά! Και δε μου λες, πότε θα χτίσεις τα τούβλα; Χειμώνας έρχεται!».

«Στις 16 Σεπτεμβρίου του 2007! Στις εθνικές εκλογές! Σε ένα χρόνο περίπου! Κι αν θέλεις να αποφύγεις τον βελονισμό, για κακό και για κακό φόρεσε και κάποιο αντιαγκαθωτό παντελόνι!…