Ορθοδοντικός Δώρα Μπαρτζιώκα

center

Euromedica

euromedica ygeia

ΤΑ ΚΛΗΔΟΝΑ ΟΠΩΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΝΤΑΝ ΠΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΡΕΒΕΝΩΝ

Πριν από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο τα κορίτσια της παλιάς εποχής ζώντας κάτω από συντηρητικές κοινωνικές συνθήκες σπάνια έβγαιναν από τα σπίτια τους. Μόνον αν γινόταν κανένας γάμος,κανένα πανηγύρι η καμιά μεγάλη και ‘’βαριά γιορτή’’ μόνο τότε έβγαιναν μα και τότε με την συνοδεία της η κάποιας παντρεμένης συγγένισσας.
Τα πρόβλημα του γάμου τότε με τον περιορισμό των κοριτσίων και τον ξενιτεμό των νέων σ’ άλλες χώρες ήταν πολύ δύσκολο και πολύ σοβαρό. Γι’ αυτό και μεταχειρίζονταν διάφορους τρόπους και διάφορα μέσα για να γνωρίσουν με κάποιο τρόπο το γαμπρό, το μελλοντικό σύντροφο της ζωής τους. Κι’ ένας τρόπος αυτού του είδος ήταν και ο ’’κλήδονας’’ η ‘’τα κλήδονα’’ όπως τα λέγανε στη Θεσσαλία και στη Δυτική Μακεδονία και σ’ όλα τα ποιμενικά χωριά του της Πίνδου και του Γράμμου.
Ο κλήδονας που έφτασε ως εμάς σαν μακρινός αντίλαλος μέσα απ’ τα βάθη τβν αιώνων δεν φανερώνει μόνο τη συναισθηματική ζωή των προγόνων μας που πέρασαν και έζησαν μέσα στην απεραντοσύνη του χρόνου, μα και τον πόθο και την ελπίδα και τη λαχτάρα των ανθρώπων για μια καλύτερη και πιο ευτυχισμένη ζωή.
Το πανάρχαιο και πανελλήνιο τούτο έθιμο πο παρηγόρησε γρνιές και γενιές κι έδωσα θάρρος και ελπίδες στους ανθρώπους μέσα στους αιώνες που πέρασαν, πήρε το όνομα του απ’ την αρχαία ελλήνική λέξη ‘’κλήδων, κλήδωνας’’ που θα πεί φωνή,φήμη, οιωνός και από το ομηρικό ρήμα ‘’Κλέω’’ η καλέω, καλώ που θα πει φωνάζω,φημίζω, λέω κάτι προφητικό. Την λέξη αυτή την συναντάμε στον, Όμηρο στον, Ησίοδο στον, Ηρόδοτο,στον Αισχύλο, στον Σοφοκλή.
Την προφητική τούτη φωνή που βγαίνει απ΄άγνωστους κόσμους και προλέγει τα μέλλοντα στους ανθρώπους, ο Όμηρος τη λέει οσσα και την αποδίδει στον Δία .Γι΄αυτό και Δίας λέγονταν και ‘’Κληδόνιος Ζεύς»»
Το έθιμο του κλήδονα ανήκει στον κύκλο των μαντικών εθίμων και των εθίμων του καθαρμού, Το ξεκίνημα του αρχίζει από την κλασική αρχαιότητα φτάνει στο μεσαίωνα περνάει με όλη τη μεγαλοπρέπεια στο Βυζάντιο και χωρίς να διακόψει και χωρίς να διακόψει την πορεία του μέσα στους σκοτεινούς αιώνες της τουρκικής κυριαρχίας,φτάνει ως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και χάνεται μέσα στη δίνη και τα συντρίμμια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μαζί με τόσα άλλα γραφικότατα έθιμα του λαού μας.
Αλλ’αν τα κορίτσια της αρχαίας και Βυζαντινής εποχής πίστευαν πραγματικά στον κλήδονα και περίμεναν κάτι ν’ ακούσουν απ’ αυτόν, τα κορίτσια της νεώτερης εποχής έπαψαν από καιρό να πιστεύουν σ’αυτόν.
Τώρα μόνο σαν λαικό πανηγύρι και σαν λαικό ξεφάντωμα τον περιμέναν για να μπορέσουν να ξεφύγουν λιγάκι απ’ τα στενά οικογενιακά και κοινωνικά της εποχήςπου θέλανε τα κορίτσια τους κλεισμένα στις αυλές των σπιτιών τους ‘’φρόνιμα’’ και ‘’ταπεινά’’.
Ο πόθος τους αυτός και η λαχτάρα να ζήσουν και να χαρούν λίγες μέρες ελεύθερα φαίνεται και από το παρακάτω τραγούδι, που τραγουδούσαν τα κορίτσια στη Σαρακίνα την ώρα που συγκεντρώνονταν στο μεσοχώρι για να στολίσουν το κανάτι του κλήδονα
Συνάζονται μαζόνυαι πύργο
γιά να στεργιώσουν
πύργο και μαρμαρόπυργο κι
ασημοπατημένον
Φκιάνουν μια κλούρα σταυρωτή
Και στα βουνά την στέλουν
Βουνά να μην χιονίσε κάμποι
Μην παχνιστείτε

Τωραχουμε κι εμείς καιρό
να βγούμε στο σεργιάνι
να τα να σεργιανίσουμε στα
πράσινα λιβάδια

Σήμερα εκτός από τα νησιά και ορισμένα μέρη της Ηπειρωτικής Ελλάδος που ο γιορτασμός του γίνεται μόνο για διασκέδαση στ’ άλλα τα μέρη μόνο σαν παροιμία αναφέρεραι. Και τότε όταν κανείς τα παραλέει και δε λέει σοβαρές κουβέντες που να στηρίζονται στη λογική ξαι στην πραγματικότητα. ‘’Αυτά λεν στον κλήδονα’’ η ‘’Αυτά τα λεν στα κλήδονα’’.
Στα Γρεβενά και στα περισσότερα χωριά της περιοχής πριν από τον πόλεμο κι ως την Γερμανική κατοχή που εξαφάνισε όλα τα παλιά γραφικότατα έθιμα του λαού μας, τα κλήδονα τα γιόρταζαν την Πρωτομαγιά και όχι τον Αι-Γιάννη στις 23 μ3 24 Ιουνίουν όπως σ’ άλλα μέρη της χώρας μς. Και τα γιόρταζαν μόνο τα κορίτσια χωρίς να παίρνουν μέρος τα αγόρια, όπως γίνεται στα νησιά και σε άλλες περιοχές. Τα κλήδονα ήταν γιορτή των κοριτσιών και τα’ αγόρια δεν είχαν καμμία θέση σ’ αυτήν..
Τούτα τα ‘’κλήδονα’’ ήταν αφιερωμένα στην θεά Μαία που ήταν από αυτήν που πήρε το όνομα ο Μάρτης και από τον γιό της τον Έρμή που ήταν θεός των ποιμένων και προστάτης των κοπαδιών που ήταν και ατός ‘’κλήδονας’’ όπως και ο Δίας. Κι’ αυτός όπως και ο Δίας είχαν την δύναμη να προλέγει τα ‘’μέλλοντα τοις θνητοίς’’ για αυτό και τον υα κορίτσια για να τους φανερώσει τον γαμπρό που τόσο περίμεναν στις πανύψηλeς αυλές των σπιτιών τους.
Παραμονή της Πρωτομαγιάς τότε που γινότανεν τα μάγια όπως πίστευαν οι παλιοί τρεις ώρες πριν βασιλέψει ο ήλιος όλα τα κορίτσια της παντρειάς και άλλα μικρότερα από 15 κι απάνω συγκεντρώνονταν στην αυλή ενός σπιτιού του μαχαλά τους , κι εκει μέσα σε ατμόσφαιρα χαράς και πανηγυριού έκαναν νύφη ένα κορίτσι με μάνα και πατέρα ‘’πρωτοστέφανους’’’. Η ορφάνια σε τέτοιε εθιμικές τελετές ήταν απαράδεκτη. Το κορίτσι αυτό θα έπαιζε το ρόλο της νύφης, έπρεπε να είναι αγνό, παρθενξκό και όμορφο,
Μαζί με το το στόλισμα της νύφης που την στολίζανε σαν πραγματική νύφη με άσπρο η ροζ πέπλο και με διάφορα πολύχρωμα λουλούδια της εποχής, στολίζανε και μια κανάτα με φαρδύ στόμα για να μπορεί να μπενοβγαίνει ένα κλειστό χέρι μικρού παιδιού. Η κανάτα αυτή που μέσα της θα βάζανε το ‘’άκριτο νερό’’ από τρείς βρύσες μπορούσε να είναι πήλινη, τσίγγινη η βιδούρα ξύλινη ακόμα.
Σαν τελειώνε το στόλισμα και έβαζαν την κανάτα στην μέση άρχιζαν και τραγουδούσαν και χόρευαν γύρω της

Τώρα Μαγιά τώρα δροσιά τώρα
το καλοκαίρι
τώρα π’ ανθίζουν τα κλαδιά και
λουλουδίζ ο τόπος
τώρα ο ξένος βάλθηκε να πάει
στα δικά του
Νύχτα σελώνει τα’ άλογο νύχτα
το καλιγώνει
Βάζει τα πέταλα χρυσά και τα
καρφιά ασημένια
και τα καλιγοσφύρια του όλο
μαργαριτάρι.

Μάη μ’ Μάη μ’ χρυσομάη μ’
τι μας άργησες και δε φάνηκες
να μας φέρεις τα λουλούδια
και την άνοιξη
Ύστερα έπαιρνε η νύφη την κανάτα στα χέρια της και ξεκινούσαν για τις βρύσες τραγουδώντας
Αν πας Μαλάμω μ’ για νερό
κι εως στη βρύση καρτερώ
να σε τσακίσω το σταμνί
να πας στη μάνα σ’ αδειανή

Μπροστά πήγαινε η νύφη καμαρωτή με την στολισμένη κανάτα στα χέρια ανάμεσα σε δυό κορίτσια που την κρατούσαν από τα μπράτσα και πίσω όλα τ’ άλα τα κορίτσια τραγουδούσαν
Μιά τριανταφυλλιά μαίσια
μια τριανταφυλλιά μαίσια
μια τριανταφυλλιά μαίσια
που ανοίγει το πρωί
Περνώντας απα τους κεντρικότερους δρόμους και την πλατεία πήγαιναν πρώτα στη βρύση στο Κούρβουλου με το κρύο και το γάργαρο νερό κι’ ύστερα στη βρύση στου Ντουρούτη και στο τέλος στην ‘’Ιτιά’’ η στο πιγάδι του Παπαλέξη που ήταν στην αυλή του σπιτίου του.
Σε κάθε βρύση που πήγαιναν η νύφη κρατώντας την κανάτα στα χέρια της πήγαινε μπροστά στην βρύση και αφού προσκυνούσε τρεις φορές έκανε όπως οι πραγματικές νύφες έπαιρνε λίγο ωερό ενώ τα άλλα κορίτσια τραγουδούσαν

Βρυσούλα πετροκαγκελή
δος μας νερό
δος μας νερο δος μας δροσιά
δος μας και κρυονέρι
να βάλουμε τα κλήδονα
το Μάη το καλοκαίρι
Τα κορίτσια του Κούρβουλου πήγαιναν καμιά φορά και στου Μιμίνη του πηγάδι έξω από την πόλη η πιο πέρα από το μύλο του Μπούσιου για να χαρούν το τοπίο και να ξεσκάσουν λίγο ακολουθόντας το δρόμο με τις πολλές λεύκες και τα καταπράσινα λιβάδια που σκέπαζαν την περιοχή.

Τα κορίτσια από τ’ Αλώνια πήγαιναν και στα ‘’Τσακάλια’’ πέρα από το Δοξανίτικο το ποτάμι για να πάρουν το τελευταίο αμίλητο νερό αφού περνούσαν από δυό άλλες βρύσες, και τούτο όχι γιατί εκείνο νερό ήταν καλύτερο πιο πολύ για το τυχερό,μα και να ξεφύγουν λιγάκι από τον περιορισμό των γονιών και της γειτονιάς.που δεν τα’ άφηναν ούτε και να χαμογελάσουν μπροστά σε ξένους να μη ξεπέσουν και χάσουν την αβάντα τους.
Σαν έφταναν στο σπίτι και άφηνε κάτω την κανάτα η νύφη , άρχιζαν να χορευούν γύρω της και ο χορός εκείνος κρατούσε ως αργά το βράδι.Και τότε όλα τα κορίτσια ετοίμαζαν τα ‘’τα κληδονά τους’’ δένοντας μια ασπροκόκκινη κλωστή ένα απ΄τα στολίδια του κορμιού τους σ΄ ένα ματσάκι από τα πολύχρωμα λουλούδια που μάζευαν στο δρόμο την ώρα που γυρνούσαν από τις βρύσες.
Έτσι ένα έδενε στο δαχτυλίδι του άλλο στο βραχιόλι του, άλλό ένα στο σκουλαρίκι του η ένα στο σταυρουδάκι κι έτσι όπως ήταν δεμένα τα ριχναν μέσα στο άκριτο νερό και ευχόταν ‘’Αιντε καλό τυχερό’’
Η νύφη που κατά κάποιο τρόπο εκτελούσε χρέη αρχιερέα σκέπαζε την κανάτα με κοκκινο πανί και με ένα πρωτομαγιάτικο δροσερό στεφάνι σύμβολο ομορφιάς και υγείας και για να μη μπορέσει κανένα ‘ζούζουλο’’ να τα μολύνει.Μιά μέρα και μια νύχτα έμεναν τα’’ κλήδονα ΄΄ στην κανάτα και στο ‘’άκριτο’’ νερό.
Τ’ Αι θανασιού στις δύο του Μάη συγκεντρώνονταν και πάλι τα κορίτσια για να ανοίξουν τα κλήδονα και τότε ΄να μικρό κορίτσι με μάνα και πατέρα ‘’προστέφανους’’ σκέπαζε την κανάτα και έβγαζε ένα ένα τα ματσάκια απ’ το νερό ενώ δυό από τα μεγαλύτερα κορίτσια της παρέας ξεφύλλιζαν τα φύλλα κάποιου παλιου ημεροδείκτη με στιχάκια και τα διάβαζαν σε κάθε ματσάκι που έβγαινε.
Έτσι τελειώνε τούτη η γιορτή των κοριτσιών που ήταν γιορτή των λουλουδιών και της άνοιξης και γινόταν χωρίς φωτιές και φωτοπηδήματα όπως την του Αι-Γιάννη τη γιορτή της τροπής του ήλιου για το χειμώνα

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΠΑΤΑΚΗΣ

 

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ ΤΕΥΧΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1987

Επιμέλεια Σάκης Πέτρου